Αρχική Reviews Movies Η απειλή (The Thing) Review

Η απειλή (The Thing) Review

Στο The Thing, μια ομάδα ερευνητών εγκλωβίζεται στην παγωμένη «έρημο» της Ανταρκτικής και πολεμά ένα αποτρόπαιο εξωγήινο ον που γίνεται ένα με τα σώματά τους και κυκλοφορεί ανάμεσά τους σαν θανατηφόρος, μεταδοτικός ιός. Το πλάσμα βρίσκεται παντού και ταυτόχρονα πουθενά και η μοναδική λύση να ανιχνευτεί, είναι να καταστραφεί μαζί με τον ξενιστή του.

Μια ομάδα ερευνητών βρίσκεται στη μέση του πουθενά στην ολόλευκη Ανταρκτική και ετοιμάζεται να βιώσει μια εγκεφαλική τραγωδία που θα τους αλλάξει για πάντα την ζωή, φυσικά, για όσους και όπως καταφέρουν να επιζήσουν. Το «The Thing» του ’82 δια χειρός Carpenter, βασισμένο στην νουβέλα του John W. Campbell, «Who Goes There?», ανοίγει με μια σκηνή κυνηγητού ανάμεσα σε ένα ελικόπτερο οδηγούμενο από έναν οπλοφόρο Νορβηγό και έναν σκύλο στον ρόλο του βοηθού. Το μαρτύριο του Σίσυφου δεν αργεί να ξεκινήσει βασανιστικά για τους πρωταγωνιστές ύστερα από την εμφάνιση στοιχείων που θα τους οδηγήσουν στα χνάρια ενός εξωγήινου όντος που εν συνεχεία θα αποβεί θανατηφόρο όχι τόσο για την σωματική τους υπόσταση όσο για την υπομονή τους, αναγκάζοντάς τους να υπομείνουν συνεχόμενα εγκεφαλικά βασανιστήρια στον δρόμο για την ανίχνευση της τοποθεσίας του.

Ο «ξένος» επισκέπτης, ανεπιθύμητος και μαρτυρικός όσο και η παραμονή των χαρακτήρων στην χιονισμένη «φυλακή», εισβάλλει στα κορμιά τους και παίρνει την μορφή τους, διατηρώντας με αυτό τον τρόπο την ταυτότητά του κρυφή και προπαντός, μη ανιχνεύσιμη. Η ομάδα κατά την διάρκεια της ενσωμάτωσης του εισβολέα σε αυτή καθώς κι εκείνη των θεατών στις ζωές και την καθημερινότητά τους, αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται να αποχαιρετήσει τα μέλη της ένα προς ένα, εξολοθρεύοντας τον εκάστοτε ξενιστή που φιλοξενεί το αποκρουστικό παράσιτο, που απομονωμένο από τα ανθρώπινα σώματά τους, προσωποποιεί την ασχήμια όπως κανείς άλλος δεν θα μπορούσε ποτέ να αποδώσει οπτικά καλύτερα από τον πρωτοπόρο δημιουργό τρόμου που όλοι αγαπήσαμε και εμπιστευτήκαμε σε ό,τι αφορά το είδος του τρομακτικού.

Ωστόσο, εδώ, κατηγορηματικά με μια σκηνοθετική οπτική πιο μεστή από ποτέ άλλοτε, ο Carpenter έκανε την ισχυρότερη δουλειά του έως τώρα πραγματικότητα, εισχωρώντας παράλληλα και στην παγκόσμια λίστα των σημαντικότερων ταινιών τρόμου που κυκλοφόρησαν ποτέ και άλλαξαν την ροή του εν λόγω κινηματογράφου. Πέρα από μια καθοριστική «στάση» στην φιλμογραφία του, συνέβαλλε με την τόλμη και την ευρηματικότητά του στο είδος και σε ό,τι αυτό με την σειρά του «καθοδήγησε» και επηρέασε αργότερα, μεταπηδώντας αυτομάτως από την καρέκλα του σκηνοθέτη σε αυτή ενός αληθινού μέντορα.

Ο John Carpenter παραδέχεται πως από την φιλμογραφία του, το «Thing» είναι το δικό του προσωπικό αγαπημένο δημιούργημα.

Παρ’ ότι πρωτομάστορας της θεματολογίας υπήρξε ο Ridley Scott με το «Alien» του ’79 που προηγήθηκε και έσπειρε άνευ γυρισμού σοκ ήδη από τα πρώιμα στάδια της δεκαετίας, το «Thing» συσπείρωσε και ανασυγκρότησε το φανατικό κοινό του διαστημικού φόβου και με μια πιο «γινωμένη» ματιά, αναθεώρησε την αρχική ιδέα για το τι εστί τρόμος στο σινεμά και των πρακτικών εφέ που μεσουράνησαν με τον ερχομό των 80’s. Εδώ, μπορούμε να πούμε πως κατανοήσαμε ολοκληρωτικά και την πραγματική τους αξία και τον λόγο που τίποτα και καμία τεχνολογία δεν δύναται να ξαναφέρει πίσω.

Τι είναι το «κακό» και ποιος είναι ξένος ή φίλος ανάμεσα σε μια ομάδα ανθρώπων που ανά πάσα στιγμή μεταμορφώνονται σε άπληστα κτήνη; Στην μάχη για την επιβίωση ποιος είναι αδερφός και ποιος εχθρός σου; Κατά την δίνη του πολέμου κανείς δεν σκέφτηκε να σώσει άλλον παρά το τομάρι του, εξού και οι βασικοί κανόνες του ενστίκτου της επιβίωσης, όταν η εμπιστοσύνη αρχίζει να αποτελεί πια παρελθόν.

Το αλλόκοτο «thing» και η φρικιαστική του εμφάνιση, έχει την δυνατότητα να μας φρικάρει μέχρι και σήμερα και να παραμείνει αναλλοίωτο στον χρόνο, ανατριχιάζοντας ακόμη περισσότερο με την δύναμή του και την μαεστρία του να χειραγωγεί και να ξεγελά το ανθρώπινο είδος σαν να «παίζει» απλώς ένα από τα πολλά επικίνδυνα παιχνίδια που διαθέτει η κονίστρα του. Μετά τον Δάντη, ο Carpenter έρχεται να δώσει μια ανατρεπτική, εναλλακτική αποδόμηση της κόλασης, με σημαντική πτώση στη θερμοκρασία και μουσική υπόκρουση από τον αείμνηστο Ennio Morricone, που όχι απλώς συνέβαλλε με την δική του πινελιά στο horror του ’82, αλλά δημιούργησε μια δική του ξεχωριστή synth «κόλαση», έναν μαγνητικό ηχητικό αντικατοπτρισμό της αμφιβολίας γι’ αυτά που έπονται, η οποία απλώς έτυχε να ταιριάξει ευθύβολα με το σκηνοθετικό κομμάτι του Carpenter και να οδηγήσει την ταινία στον απόλυτο χαρακτηρισμό… Όπως λένε και οι αγγλόφωνοι: Pure masterpiece!

Exit mobile version