Άλλη μια σπονδυλωτή ταινία τρόμου από τις πολλές που έχουν κυκλοφορήσει τα τελευταία χρόνια. Στο «Campfire Stories» συναντάμε τρεις ξεχωριστές ιστορίες τρόμου οι οποίες αφηγούνται από έναν δασοφύλακα σε τρεις νέους (2 αγόρια και 1 κοπέλα) τη νύχτα στο δάσος με την απαραίτητη φωτιά αναμμένη. Ξεπερνώντας το εμφανές κλισέ της διήγησης καθώς και το τυπικό, χιλιοεπαναλαμβανόμενο background για το πώς βρέθηκαν εκεί οι νεαροί ακροατές (έσκασε το λάστιχο του αυτοκινήτου τους) ας εξετάσουμε τις ιστορίες που είναι και το ζουμί της υπόθεσης.
Στην πρώτη ιστορία παρακολουθούμε την απόδραση ενός φρενοβλαβή από ένα άσυλο όπου πραγματοποιούνταν φρικτά βασανιστήρια στους ασθενείς. 20 χρόνια μετά ο τύπος εργάζεται ως επιστάτης σ’ ένα σχολείο και πέφτει θύμα βίαιης κακομεταχείρισης από μια ομάδα μαθητών. Θα τους εκδικηθεί όμως αργότερα με αιματηρές μεθόδους βγαλμένες από το παρελθόν του στο άσυλο.
Στη δεύτερη ιστορία ένας ινδιάνος σχετικά μεγάλης ηλικίας σκοτώνεται από τρεις νέους εγκληματίες (2 άντρες και 1 γυναίκα) οι οποίοι απολαμβάνουν την ινδιάνικη πίπα του στο τροχόσπιτο του. Γρήγορα όμως θα βιώσουν τις εφιαλτικές επιδράσεις της με εντελώς απρόβλεπτες συνέπειες για όλους!
Στην τρίτη ιστορία δύο νεαρά ζευγάρια οργανώνουν κάτι σαν ερωτικό παιχνίδι στο σπίτι της πεθαμένης γιαγιάς μίας από τις κοπέλες. Το βράδυ όμως πρόκειται να εξελιχθεί εφιαλτικά και ιδιαίτερα αιματηρά για τους νέους.
Αξιολογώντας τις ιστορίες του «Campfire Stories» θα έλεγα ότι η πρώτη είναι προβλέψιμη και αδιάφορη ενώ η δεύτερη αν και είναι ενδιαφέρουσα σαν ιδέα, τελικά χαντακώνεται από την κάκιστη ηθοποιία και τα κωμικοτραγικά εφέ. Η τρίτη όμως ιστορία είναι πολύ πιο σοβαρή, διαθέτει σκοτεινή ατμόσφαιρα, οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών της είναι αξιοπρεπείς και η απροβλεψιμότητά της την κάνει να ξεχωρίζει εύκολα από τις υπόλοιπες. Δυστυχώς όμως ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη. Τα σκηνοθετικά προβλήματα είναι πολλά και εμφανή στο μεγαλύτερο μέρος του φιλμ. Ο δασοφύλακας που διηγείται τις ιστορίες προσπαθεί να φανεί τρομακτικός αλλά και κωμικός ταυτόχρονα. Δεν είναι άσχημη η παρουσία του αλλά δεν αποτελεί και κάτι ιδιαίτερο. Σίγουρα έχουμε δει καλύτερες και πιο εμπνευσμένες περιπτώσεις αφηγητών ιστοριών σε σπονδυλωτές ταινίες τρόμου. Υπάρχει και μια ξεκάρφωτη συμμετοχή του punk συγκροτήματος «Misfits» προς το τέλος του φιλμ που δεν προσφέρει τίποτα πέρα από λίγη ηχητική έκρηξη.
Θετικά: Περιστασιακά σκοτεινή ατμόσφαιρα – ειδικά στην 3η ιστορία η οποία είναι και η μόνη που φτάνει σε υψηλά επίπεδα σεναριακά και σκηνοθετικά.
Αρνητικά: Προβληματική σκηνοθεσία με φανερά στοιχεία ερασιτεχνισμού, άθλια εφέ, εξαιρετικά άνισες ιστορίες με μόνο μία να παρουσιάζει ενδιαφέρον.
Συμπέρασμα: Μόνο για φανατικούς λάτρεις σπονδυλωτών ταινιών τρόμου και αρκετά ανεκτικούς στον ερασιτεχνισμό θεατές.
Βαθμός:
Gore:
👆 Οι καλύτερες σκηνές (spoilers):
- Το εμπνευσμένο τέλος της δεύτερης ιστορίας. Αν ήταν πιο προσεγμένο και το υπόλοιπο μέρος θα είχαμε σαφώς καλύτερο αποτέλεσμα.
- Όλη η τρίτη ιστορία. Έχει πολλά σκοτεινά και ανατριχιαστικά μέρη που τρομάζουν.