Αυτό το giallo του Ιταλού Pupi Avati διαφέρει αρκετά από πολλούς «συγγενείς» του. Το απομονωμένο περιβάλλον της ιταλικής επαρχίας, η απελπιστικά μικρή κοινότητα του χωριού όπου εξελίσσονται τα γεγονότα και οι καλλιτεχνικές πινελιές που εισάγονται από τον δημιουργό του, αποτελούν κίνητρα για να ασχοληθεί κανείς με το «The House With Laughing Windows». Ένα φιλμ που σε γενικές γραμμές ικανοποιεί παρά τα ξεκάθαρα μειονεκτήματά του.
Πρωταγωνιστής είναι ο Stefano, ένας συντηρητής πινάκων και έργων τέχνης ο οποίος ύστερα από πρόσκληση του δημάρχου ενός μικρού ιταλικού χωριού επισκέπτεται την περιοχή για να αποκαταστήσει μια φθαρμένη τοιχογραφία στην τοπική εκκλησία. Αμέσως όμως γίνεται σαφές ότι κάτι δεν πάει καλά με την υπόθεση. Ο πίνακας κρύβει μακάβρια μυστικά όπως πληροφορείται από έναν φίλο και εργοδότη του που βρίσκεται στο χωριό. Ο σχεδιαστής του υπήρξε νοητικά καθυστερημένο άτομο που εμπνεόταν στις ζωγραφιές του από τις εκφράσεις του προσώπου ετοιμοθάνατων ανθρώπων γι’ αυτό και οι καλλιτεχνικές απεικονίσεις των ανθρώπινων μορφασμών μοιάζουν ιδιαίτερα αληθοφανείς. Επίσης η συμπεριφορά των ντόπιων είναι λίγο αλλόκοτη και μαζί με αυτά ο Stefano δέχεται και ανατριχιαστικά τηλεφωνήματα που τον προβληματίζουν. Μετά τον θάνατο του φίλου και πληροφοριοδότη του κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, ο Stefano πεισμώνει και επιδιώκει να διαλευκάνει την όλη υπόθεση. Όσο βαθύτερα όμως μπλέκεται στην υπόθεση τόσο αυξάνονται οι κίνδυνοι για τον ίδιο και τους ντόπιους που τον βοηθούν. Πτώματα αρχίζουν σιγά σιγά να συσσωρεύονται στο χωριό…
To «The House With Laughing Windows» είναι η πέμπτη ολοκληρωμένη ταινία του Pupi Avati, ο οποίος υπήρξε ενεργός σκηνοθετικά από το 1970.
Η υπόθεση παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον και η σκηνοθετική περιποίηση της ταινίας φροντίζει να αναδειχτούν γρήγορα τα προτερήματά της. Ένα απ’ αυτά είναι φανερά η καλλιτεχνική αισθητική που αναπτύσσεται μέσα από τις καλοσχεδιασμένες εικαστικές παραστάσεις τοιχογραφιών και πινάκων. Η εικόνα αυτή ενισχύεται κι από την στάση του «κουλτουριάρη» πρωταγωνιστή ο οποίος καταλαβαίνει αμέσως τα υπαρξιακά μηνύματα των έργων τέχνης που του παρουσιάζονται εν αντιθέσει με τους άξεστους χωρικούς που αγνοούν την υψηλή αισθητική τους και τις αλληγορίες τους. Ο Avati χτίζει την ιδανική ατμόσφαιρα παρακμής, απελπισίας και νοσηρότητας που συντροφεύει διαρκώς τη δουλειά του. Η εξαιρετική μουσική επένδυση του Amedeo Tommasi δένει άψογα με το παρακμιακό και μυστηριώδες κλίμα του φιλμ εντείνοντας τον τρόμο και την ατμόσφαιρα. Οι τρομακτικές αποκαλύψεις προς το φινάλε σηκώνουν την τρίχα κάγκελο, φιλοδωρώντας το κοινό με μακάβριες και νοσηρές εικόνες, εμπλουτισμένες και με λίγες δόσεις μαύρου χιούμορ.
Ωστόσο, το έργο του Avati εμφανίζει και ορισμένες χτυπητές αδυναμίες που ενοχλούν αισθητά αλλά ευτυχώς όχι τόσο καθοριστικά ώστε να προκαλέσουν απογοήτευση στον θεατή που από το ξεκίνημα έχει θέσει ψηλά τον πήχη. Για παράδειγμα συναντάμε χαρακτήρες που αρχικά φαίνεται πως θα παίξουν σπουδαίο ρόλο στις εξελίξεις αλλά πολύ σύντομα εξαφανίζονται από τα δρώμενα χωρίς πειστική δικαιολογία, αφήνοντας ενοχλητικά κενά στην πλοκή του «The House With Laughing Windows» ενώ κάποιοι άλλοι έχουν απογοητευτικά συρρικνωμένη συμμετοχή. Επίσης παρά το τρομερό σοκ του φινάλε, κυριαρχεί η αίσθηση ότι ο Avati τελείωσε το δημιούργημά του κάπως απότομα ενώ σαφέστατα έχρηζε βαθύτερης επεξεργασίας. Όλα αυτά μαζί με τις λίγο πολύ αναμενόμενες περιστασιακές απλουστεύσεις του σεναρίου μειώνουν την αίσθηση ικανοποίησης που λαμβάνουμε από το φιλμ, αλλά η «ζυγαριά» γέρνει προς θετικό πρόσημο.
Το προκλητικό θέμα των κλειστών, προβληματικών κοινοτήτων όπως αυτή του χωριού της ταινίας δεν απαντά συχνά στα giallo και φέρνει στο νου το βασικό θέμα από το πολύ καλό «Don’t Torture A Duckling» (1972) του Lucio Fulci. Ίσως ενοχλήσει κάποιους αλλά προσωπικά δεν βρίσκω σοβαρό λόγο για να επηρεαστώ αρνητικά από την επιλογή των σεναριογράφων. Άλλοι πιθανώς να εντοπίσουν και μία διακριτική επίθεση στην εκκλησία ενώ έχει υποστηριχτεί –όχι αβάσιμα– ότι όλο το φιλμ αποτελεί αλληγορικό τρόπο έκφρασης της προσπάθειας της Ιταλίας να αποτινάξει το φασιστικό παρελθόν της στα μεταπολεμικά χρόνια.
Θετικά: Διατήρηση του μυστηρίου μέχρι το τέλος, υπέροχη στοιχειωμένη μουσική, ατμόσφαιρα απελπισίας και παρακμής, δυναμική τελική σεκάνς με συγκλονιστική έκπληξη.
Αρνητικά: Τρύπες στην πλοκή, λίγες σεναριακές επιπολαιότητες, ανεκμετάλλευτοι χαρακτήρες, απότομο τελείωμα.
Συμπέρασμα: Συμπαθητικό giallo με καλλιτεχνικό μανδύα που ξεφεύγει από τα συνηθισμένα μοτίβα πολλών ομοειδών ταινιών.
Βαθμός:
Gore:
👆 Οι καλύτερες σκηνές (spoilers):
- Οι νοσηρές εικόνες αυτοτραυματισμών και μονολόγων στο ξεκίνημα.
- Η θανατηφόρα πτώση ενός θύματος από παράθυρο.
- Η «καλλιτεχνική» δολοφονία ενός θύματος που ακολουθεί το μοτίβο ενός πίνακα.
- Το απρόσμενο, σοκαριστικό φινάλε με τις μακάβριες, παραισθησιογόνες εικόνες.