Ο Σαμ Ράιμι είναι μία κατηγορία σκηνοθέτη από μόνος του. Η φαντασία τον εμπνέει και τον οδηγεί στα ακραία, αχαρογράφητα, προχωρημένα σενάρια και σκηνικά της κινηματογραφικής τέχνης.
Με προχωρημένα εφέ και εντυπωσιακά jumpscares, συγκέντρωσε ξανά τα βλέμματα της προσοχής με το θρίλερ Drag Me to Hell, από το σχετικά πρόσφατο 2009.
Ο άνθρωπος που δημιούργησε την καλύτερη super hero ταινία όλων των εποχών, τον Spiderman με τον εκπληκτικό Tobey Maguire, κερδίζει ξανά το ενδιαφέρον του θεατή με μία ταινία που σπάει τα δεσμά της λογικής και ξεπερνά ακόμα και τα γνωστότερα φιλμ του είδους.
Αν και είναι λίγο ακραία, είναι ένα καλό δείγμα μίας πιο πρόσφατης ταινίας τρόμου με πιο εξελιγμένη τεχνολογία και πιο σύγχρονη οπτική.
Η ζωή μίας υπαλλήλου μίας τράπεζας θα αλλάξει για πάντα όταν η ίδια στην προσπάθειά της να αποδείξει στο διευθυντή της ότι είναι ικανή να παίρνει σκληρές αποφάσεις, θα αρνηθεί μία παράταση στο ληξιπρόθεσμό δάνειο μίας ηλικιωμένης γυναίκας.
Ούτε η ίδια θα προβλέψει τι θα επακολουθήσει στη ζωή της, η οποία θα ξεκινήσει να βυθίζεται στο χάος μετά την κατάρα της ίδιας.
Αναβιώνοντας τους αρχέγονους μύθους στους οποίους οι μάγισσες ρίχνουν κατάρες και προκαλούν δεινά σε εκείνους που τους ζημίωσαν, ο Ράιμι αιχμαλωτίζει το θεατή και με το έξυπνο σενάριο, αλλά και με την ακραία σκηνοθεσία. Ακόμα και η υπερβολή του σεναρίου δε σε αποτρέπει από το να δεις την ταινία μέχρι το τέλος.
Η ταινία ανήκει στο είδος του υπερφυσικού, φανταστικού και θα μπορούσα να τη θεωρήσω από τα καλά δείγματα του είδους για τις δύο τελευταίες δεκαετίες.
Κυρίως, διότι είναι δημιουργημένη από έναν μάστορα του είδους, έναν βαθύ γνώστη των ταινιών επιστημονικής φαντασίας. Με σκοπό να ξυπνάει τους πιο ακραίους φόβους μας, να τροφοδοτεί τις άλογες πτυχές μας και να μας τρομάζει κιόλας..