Ένα κεφάλι που γίνεται πύρινη λάβα και εκρήγνυται; αυτό είναι το χαρακτηριστικό εξώφυλλο της ταινίας Scanners, η οποία ανήκει στο υποτιμημένο, κινηματογραφικά, είδος της επιστημονικής φαντασίας, ως μία από τις πιο πρωτότυπες και ευφάνταστες ταινίες του.
Ο Καναδός σκηνοθέτης Ντέιβιντ Κρόνεμπεργκ γνωστός στους πιο “ψαγμένους” κινηματογραφικά και ο οποίος είναι γνωστός για την αδυναμία του στο σινεμά τρόμου και φαντασίας, με το Σκάνερς καταφέρνει να συνδυάσει και τα δύο.
Οι μέχρι τότε ταινίες που σκηνοθετούσε (Ανατριχίλες, Εταιρεία Θανάτου, The Brood), περιείχαν στοιχεία επιστημονικής φαντασίας; αλλά με το Σκάνερς η ζυγαριά έγειρε επίσημα και περισσότερο προς αυτό.
Ο 37χρονος τότε δημιουργός κατάφερε με έναν προϋπολογισμό 4.000.000 δολαρίων να δημιουργήσει μία ταινία η οποία τον αναβάθμισε σκηνοθετικά και τον κατέστησε γνωστό σε ένα ευρύτερο κοινό.
Ακόμα και αν η ταινία έχει έτος κυκλοφορίας το 1981, ο Κρόνεμπεργκ το 1961 μετά τη σκηνοθεσία της ταινίας Stereo, είχε στο μυαλό του να δημιουργήσει μία ταινία με θέμα την τηλεπάθεια, το διάβασμα της σκέψης και τις συνέπειες που θα μπορούσαν να προκύψουν από την καταγραφή αυτής της δραστηριότητας.
Άλλοι υποστηρίζουν ότι η ταινία είναι εμπνευσμένη από το συγγραφέα Γουίλιαμ Μπάροουζ, ο οποίος σε ένα κεφάλαιο του βιβλίου του “Γυμνό γεύμα” αναφέρεται στους Senders, οι οποίοι είναι μία οργάνωση από άτομα με τηλεπαθητικές ικανότητες, οι οποίοι θέλουν να κατακτήσουν τον κόσμο.
Όποια και είναι η πηγή της αρχικής προέλευσης, το ζήτημα είναι ότι ο Κρόνεμπεργκ πιέστηκε χρονικά για την ολοκλήρωση των γυρισμάτων, με αποτέλεσμα να γράψει το σενάριο σε σύντομο χρονικό διάστημα, προσθέτοντας και αναπτύσσοντας το ίδιο ακόμα και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων.
Υπόθεση/πρωταγωνιστές ταινίας
Κύριο θέμα της ταινία είναι η ανεξέλεγκτη δύναμη ενός μυαλού που μπορεί να διαβάζει την ανθρώπινη σκέψη και πώς αυτή η υπερφυσική δραστηριότητα μπορεί να ελεγχθεί, πριν δημιουργήσει αρνητικές συνέπειες στη ζωή των ανθρώπων. Ο Κάμερον, ο κακοντυμένος και απόμακρος Σκάνερ, βρίσκεται αντιμέτωπος με μία δύναμη την οποία δεν μπορεί ο ίδιος να ελέγξει, δεν τη ζήτησε. Το γεγονός ότι είναι ένας άνθρωπος που ανήκει στο περιθώριο ενδεχομένως να λειτουργήσει και ενθαρρυντικά για την εκμετάλλευση αυτής της δύναμης η οποία μπορεί να αποδυναμώσει και να ελέγξει ακόμα και τον πιο ισχυρό αντίπαλο. Στον αντίποδα, ο Δρ. Πολ Ρουθ είναι επικεφαλής ενός ερευνητικού προγράμματος το οποίο θέλει να στρατολογήσει Σκάνερς με σκοπό τη δημιουργία ενός υπερσύγχρονα εξοπλισμένου συστήματος ασφαλείας. Ο Ντάριλ Ρέβοκ όμως, έχει διαφορετική στάση; ως ο δυνατότερος Σκάνερ στον κόσμο θέλει να συγκεντρώσει όλους τους ομοίους του με σκοπό την κατάκτηση της ανθρωπότητας. Ο Δρ Ρουθ, προσφέροντας για προσπάθεια εξαγοράς ένα φάρμακο που θα γιατρέψει τον βομβαρδισμό των φωνών στον εγκέφαλο του Κάμερον, τον καλεί για μία αποστολή: να γίνει μέλος στην οργάνωση του Ρέβοκ ώστε να εκμαιεύσει πληροφορίες για το σκοπό και τη δράση του. Την παρέα θα έρθει να συμπληρώσει μία γοητευτική Σκάνερ, η Κιμ, η οποία θα συντροφεύσει τον ίδιο στη συνταρακτική πορεία προς το ξεκλείδωμα της αλήθειας.
Οι υπερφυσικές ψυχικές δυνάμεις, διαχρονικά, αποτελούν κυρίως θέμα πολλών ταινιών, ακόμα και πριν το Scanner. Το κλασικό Village of the Damned του 1960 είχε ως κέντρο μία ομάδα παιδιών που μπορούσαν με το μυαλό τους να μετακινήσουν αντικείμενα και να καθοδηγήσουν την ανθρώπινη σκέψη.
Village of the Damned
Είναι γεγονός ότι αριθμητικά δεν είναι τόσο πολλές, ώστε η τηλεπάθεια να αποτελεί ένα αυτόνομο θέμα ταινιών, όπως για παράδειγμα, οι ταινίες με τα φαντάσματα ή με τα τέρατα. Ωστόσο, ούτε και αυτές είναι τόσο “φρέσκιες”, όπως διαπιστώνουμε, αν αναλογιστεί κανείς πως η πρώτη ταινία με θέμα την τηλεπάθεια εμφανίστηκε το 1921. Πριν ακόμα την εξέλιξη του κινηματογράφου με την ταινία The Witching Hour, στην οποία ένας τζογαδόρος προσπαθεί να διαβάσει τη σκέψη των αντιπάλων του.
Το κυριότερο δείγμα όμως ήταν η κλασική Λάμψη (1980) του Στάνλεϊ Κιούμπρικ, η οποία βασίστηκε στο ομώνυμο βιβλίο του Στίβεν Κινγκ. Με κυρίαρχο θέμα ένα αγόρι που έχει τηλεπαθητικές ικανότητες, οι οποίες σταδιακά ξεκινούν να επηρεάζουν τον συγγραφέα πατέρα του, βυθίζοντάς τον στην παράνοια.
Και ερχόμαστε και στην τεράστια εμπορική επιτυχία των X- MEN, όπου παρατηρούμε ξανά την αιώνια διαμάχη ανάμεσα στο δίπολο Καλό και Κακό.
Ακόμα και στις παιδικές ταινίες όμως, βλέπουμε πως η τηλεπάθεια δεν πέρασε αδιάφορη: στο κλασικό Toy Story, ο Buzz Lightyear, ως μέλος της Αστρικής διοίκησης, καλείται να παύσει τα σατανικά σχέδια του κακού Ζοργκ.
Πληροφορίες για τα γυρίσματα της ταινίας
Το Σκάνερς προσπάθησε να ολοκληρωθεί μέσα σε έναν χρόνο απαιτητικό, με επιλογές ηθοποιών να γίνονται γρήγορα, με την ερασιτεχνική ερμηνεία του Στίβεν Λάικ αλλά και την αξιόλογη του Πάτρικ ΜακΓκούαν (Δόκτωρ Πολ Ρουθ), ο οποίος υπήρξε προσωπική επιλογή του ίδιου του σκηνοθέτη.
Η ταινία δεν είχε σκηνογράφο, καθώς γυρίστηκε στις εγκαταστάσεις της διεθνούς έκθεσης Man and His World η οποία είχε διοργανωθεί στο Μόντρεαλ. Σε πλατό χωρίς θέρμανση, με έναν χειμώνα βαρύ και με πρωταγωνιστές που έτρεμαν από το κρύο, ο σκηνοθέτης προσπάθησε να αποδώσει το ζήτημα της τηλεπάθειας ως μία υπερφυσική ικανότητα η οποία επιφέρει και ηθικές προεκτάσεις, αγγίζοντας το κεφάλαιο της Βιοηθικής.
Ο Κρόνεμπεργκ καταφέρνει με μία ταινία αρκετά πρώιμη, να δημιουργήσει ένα ντελίριο αφροδίσιου τρόμου, μία ιστορία για τα ανυπέρβλητα όρια του ανθρώπινου μυαλού, τα οποία ακροβατούν σε τεντωμένο σκοινί με την παράνοια. Έχοντας ως κέντρο μία φανταστική παθολογία, με τάσεις συνομωσίας και άφθονης τρέλας, το Σκάνερς δημιουργεί την ιδανικά τρομακτική ατμόσφαιρα.
Ο ίδιος παραμένει ένας σκηνοθέτης μπροστά από την εποχή του, έχοντας εδραιώσει ένα όνομα ακόμα και στα άτομα που μέχρι πρότινος αμφισβητούσαν την κινηματογραφική του ματιά και ευφυία.
Μία ταινία ύμνος στη δύναμη της σκέψης και των ορίων ανάμεσα στην ηθική και την προσπάθεια ελέγχου. Με ένα soundtrack τρομερό και υποτιμημένο, να τα λέμε και αυτά.
Μία ταινία που δικαιωματικά, μπορεί να θεωρείται μία από τις καλύτερες του είδους τρόμου/επιστημονικής φαντασίας.