Ακουγόταν ενδιαφέρον σαν ιδέα αλλά η εκτέλεση με απογοήτευσε στο έπακρο. Το «Central Park Dark» πρέπει να είναι χαλαρά από τα χειρότερα θρίλερ/τρόμου του 2021. Κρίμα για τον συμπαθή «παλιό» Tom Sizemore (Saving Private Ryan, Heat) που χαραμίστηκε σ’ αυτό το άνευρο, προχειρογραμμένο και προχειροσκηνοθετημένο φιλμ. Η καινούρια ηθοποιός Cybil Lake έχει αναλάβει αποκλειστικά το σενάριο και τη σκηνοθεσία.
Η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από έναν παντρεμένο και «ψιλοκαμμένο», αλκοολικό γιατρό ο οποίος απατά τη σύζυγό του με μια παράξενη γυναίκα. Η εν λόγω κυρία φαίνεται πως έχει έναν απώτερο σατανικό σκοπό για τη σχέση τους για την οποία ο δύστυχος άντρας δεν έχει ιδέα. Ωστόσο, κάποια στιγμή καταφέρνει να βρει το ψυχικό σθένος να την απορρίψει παρά τα τερτίπια που του κάνει η διαβολική γυναίκα.
Από εκείνο το σημείο ξεκινάει το μυστήριο και ο εφιάλτης για τον γιατρό. Στην τελευταία τους συνάντηση στο διαμέρισμά του η γυναίκα φαίνεται ότι τον αποχαιρέτησε πηδώντας από το παράθυρο από μεγάλο ύψος. Ο γιατρός όμως δεν μπορεί να εντοπίσει κάποιος ίχνος της στην περιοχή και σα να μην έφτανε αυτό, αρχίζει να ταλαιπωρείται από οράματα και εφιάλτες με περιεχόμενο την πρώην ερωμένη του. Τι έχει συμβεί; Πέθανε στ’ αλήθεια ή παραμένει ζωντανή και τον βασανίζει με τον δικό της ψυχοφθόρο τρόπο;
Τα γυρίσματα έγιναν αποκλειστικά στη Νέα Υόρκη.
Παρότι όλα αυτά ακούγονται ενδιαφέροντα, το «Central Park Dark» δεν σου αφήνει περιθώριο να το συμπαθήσεις. Αντίθετα κάνει ό,τι μπορεί για να σε ξενερώσει και τελικά να σε απογοητεύσει. Η απειρία της Cybil Lake στη σκηνοθεσία είναι κάτι παραπάνω από εμφανής. Το μοντάζ μοιάζει με ένα μπλεγμένο κουβάρι παραλογισμών δίχως τέλος. Το σενάριο είναι αμήχανο και κακογραμμένο. Οι διάλογοι βαρετοί και οι σουρεαλιστικές εικόνες αποτυγχάνουν να διαμορφώσουν την πυκνή ατμόσφαιρα μυστηρίου που επιζητούμε. Μερικές σκηνές είναι για γέλια όπως αυτές κατά την επικοινωνία του γιατρού με την κόρη του μέσω laptop και του «απρόσμενου» background.
Ο Sizemore παίζει το ρόλο του φουκαρά παντρεμένου γιατρού ενώ η σκηνοθέτρια αυτόν της άστατης και μυστηριώδους ερωμένης. Υπό διαφορετικές συνθήκες (δηλαδή σε μια καλύτερα δομημένη ταινία) το συγκεκριμένο δίδυμο θα μπορούσε να μας δώσει πολλά. Όμως εδώ αδυνατεί να διακριθεί παρότι στέκεται αξιοπρεπώς ερμηνευτικά στο συνολικό ναυάγιο. Πώς να το κάνουμε, είναι κρίμα να περιορίσεις τον συμπαθή και δυναμικό Sizemore σε έναν τόσο άχαρο ρόλο εντελώς για λύπηση. Η Lake είναι καλή επιλογή για τον ρόλο της κακόβουλης «αντροχωρίστρας» αλλά στο μεγαλύτερο μέρος αναλώνεται σε ανιαρές στιγμές μονολόγων και προσωπικής ιεροτελεστίας.
Το τέλος μάς προσφέρει λίγες στιγμές σοκ αλλά μέσα σ’ ένα γενικότερα παράλογο πλαίσιο. Ενδιαφέρουσα βρήκα πάντως την πληροφορία για το παλιό χωριό του 19ου αιώνα στον χώρο που φτιάχτηκε αργότερα το πάρκο σύμβολο της Νέας Υόρκης το οποίο δίνει και το όνομά του στην ταινία. Όμως η ταινία πρέπει να κριθεί από την θέση του θεατή και όχι του ιστοριοδίφη. Και το περιεχόμενό της ήταν πραγματικά άθλιο. Κρίμα.