Τυπική αμερικανιά με την αναμενόμενη και «χιλιοταξιδεμένη» παρέα νέων πάνω στην οποία πέφτει όλο το βάρος του τρόμου και του μακελειού. Έτσι κι εδώ, έχουμε 5 νεαρά άτομα να ταξιδεύουν στην έρημο με προορισμό ένα rave πάρτι. Κάποια στιγμή καταλήγουν εγκλωβισμένοι σ’ ένα έρημο motel όπου μαθαίνουν ότι οι δρόμοι έχουν κλείσει. Αυτό όμως δεν είναι το μόνο τους πρόβλημα καθώς ένας ένας σφαγιάζονται από μια μυστηριώδη φιγούρα που σουλατσάρει στην περιοχή.
Μετά το ομολογουμένως δυνατό ξεκίνημα, το «Reeker» κινείται στα γνωστά μονοπάτια που έχουν χαράξει οι Αμερικανοί κινηματογραφιστές τρόμου. Χαμηλού επιπέδου ερμηνείες, ανούσιοι διάλογοι μεταξύ των νεαρών πρωταγωνιστών, χαβαλετζίδικο φλερτάρισμα, απομόνωση σε μια ερημιά και σταδιακή κλιμάκωση των εξελίξεων με σκηνές αιματοβαμμένης βίας και τρόμου να γεμίζουν τα πλάνα.
Βέβαια στο «Reeker» συναντάμε λίγες μικροδιαφοροποιήσεις όπως η ταυτότητα της σκοτεινής κουκουλοφόρου φιγούρας που επιτίθεται στους πρωταγωνιστές, το δύσοσμο γκάζι που διαχέεται στο χώρο και οι θεάσεις ακρωτηριασμένων πτωμάτων από τους ήρωες….Αν και αυτό το τελευταίο δεν γίνεται πάντα με σοβαρό τρόπο σε βαθμό που να προκαλεί ακόμα και γέλια.
Παρά τις ανάμεικτες κριτικές και τις χαμηλές εισπράξεις ο δημιουργός του φιλμ έφτιαξε και ένα prequel του «Reeker» που κυκλοφορεί με τίτλο «No Man’s Land: The Rise of Reeker». Εκεί εξηγείται και η προέλευση του μυστηριώδους φονιά.
Εν πάση περιπτώσει, δεν περίμενα πολλά από το εν λόγω φιλμάκι αφού είχα ψυλλιαστεί πάνω κάτω τι θα παίζει. Επειδή όμως πρέπει να είμαστε και δίκαιοι υπογραμμίζοντας όχι μόνο τα αρνητικά αλλά και τα όποια καλά στοιχεία, βγάζουμε το καπέλο στον δημιουργό του φιλμ Dave Payne για την εξαιρετικής σύλληψης ανατροπή που μας επιφυλάσσει στο τελείωμα. Πραγματικά αυτή η ιδέα-έκπληξη που ρίχνει στο τέλος διαφοροποιεί το «Reeker» από πολλά φιλμάκια της «σειράς» πετώντας του σωσίβιο την στιγμή που έμοιαζε να βυθίζεται κατευθείαν στον πάτο.
Μια σύντομη συμμετοχή του Michael Ironside τον οποίο έχουμε δει μεταξύ άλλων και στα «Top Gun» και «Total Recall» προσθέτει λίγο παραπάνω σασπένς στην ιστορία χωρίς να αλλάζει κάτι θεαματικά προς το καλύτερο. Αν υπήρχε περισσότερη έμπνευση, καλύτερη ηθοποιία και πιο προσεγμένα ειδικά εφέ (κυρίως για τον φονιά των νέων) ίσως το «Reeker» να βρισκόταν σε καλύτερη μοίρα. Δυστυχώς οι οφθαλμοφανείς αδυναμίες του στα προαναφερθέντα το καταδικάζουν στη μετριότητα. Για σαββατόβραδο με παρέα βλέπεται πιο ευχάριστα πάντως…