Το «Chose or Die» έρχεται από την Μεγάλη Βρετανία, μία χώρα με παράδοση στα σκαμπανεβάσματα της ποιότητας του horror ρεπερτορίου της. Το παρόν φιλμ του άπειρου Toby Meakins επιβεβαιώνει την παράδοση όντας ένα τυπικά αδύναμο φιλμ βρετανικού τρόμου με σκηνοθετικά και σεναριακά προβλήματα.
Η υπόθεση ακολουθεί μια έφηβη gamer που μεγαλώνει με την άρρωστη μητέρα της σε φτωχό και παρακμιακό περιβάλλον. Η κοπέλα κάνει παρέα με ένα αγόρι παρόμοιων χόμπι. Κάποια στιγμή πέφτει στα χέρια τους ένα μυστηριώδες βίντεο game από τη δεκαετία του ’80. Το παιχνίδι όμως είναι καταραμένο αναγκάζοντας τον παίχτη να επιλέξει τη μοίρα των ανθρώπων γύρω του. Η κοπέλα γίνεται ο επόμενος παίκτης και μπλέκει σε μια τραγική αλληλουχία γεγονότων με μπόλικη αιματοχυσία. Θα καταφέρει να απεγκλωβιστεί από τα δεσμά του καταραμένου παιχνιδιού προτού γίνουν θύματά του περισσότεροι ανυποψίαστοι άνθρωποι;
Η κεντρική ιδέα του «Chose or Die» είναι πρωτότυπη αλλά και κάπως μπερδεμένη. Προσωπικά από το άκουσμά της μού είχε δημιουργήσει υποψίες για ένα μεγάλο ρίσκο που μάλλον δεν θα συνοδευόταν από καλά αποτελέσματα. Δυστυχώς επιβεβαιώθηκα. Το φιλμ υστερεί σε πολλούς τομείς και η τελική γεύση που σου μένει είναι πικρή.
Το φιλμ είναι το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Toby Meakins και μεγάλο μέρος του γυρίστηκε στο Λονδίνο.
Το σενάριο είναι προχειρογραμμένο, γεμάτο υπερβολές και λαβυρινθώδεις ελιγμούς που οδηγούν σε αδιέξοδο. Πραγματικά οι σεναριογράφοι πρέπει να βρέθηκαν πολλές φορές σε αμηχανία αδυνατώντας να ξεφύγουν από απλοϊκές, μη πειστικές λύσεις. Η ιστορία επιδεικνύει σποραδικά κάποιες αγωνιώδεις εξάρσεις αλλά σε γενικά πλαίσια προβληματίζει με την έλλειψη έμπνευσης και την τσαπατσουλιά που κηλιδώνει τις όποιες καλές στιγμές.
Ενδείξεις ερασιτεχνισμού συναντάμε και στη σκηνοθεσία. Κάποια πλάνα μοιάζουν να έχουν βγει από φτηνιάρικη τηλεταινία των 90s. Είναι φανερή η έλλειψη εμπειρίας του σκηνοθέτη εδώ. Οι ερμηνείες των ηθοποιών είναι ok. Ξεχωρίζει η νεαρή πρωταγωνίστρια η οποία με τις δραματικές εκφράσεις της και την εν γένει σοβαρότητά της δίνει λίγους πόντους στο φιλμ. Γενικότερα όμως οι περισσότεροι χαρακτήρες είναι αδιάφοροι.
Το gore μάς αποζημιώνει κάπως παρότι δεν μπορεί να υπερκαλύψει τις υπόλοιπες κακοτοπιές. Βλέπουμε μερικές σκηνές ευρηματικής βίας όπου γλώσσες κόβονται, κοφτερά γυαλιά καταπίνονται και κεφάλια κουτουλάνε σε βελόνες. Υπάρχει πάντως μία ακόμα ευρηματική σκηνή όπου η επίθεση στο θύμα υπονοείται μέσα από το τηλεφώνημα που πραγματοποιεί – μια τακτική που θυμίζει το καναδέζικο φιλμ τρόμου «Pontypool» (2008).
Συμπερασματικά λοιπόν, δεν μπορούμε να πούμε ότι το «Choose or Die» είναι το χειρότερο φιλμ τρόμου του έτους ούτε καν των τελευταίων ετών καθώς έχουμε δει πολύ χειρότερες horror κινηματογραφικές δουλειές στο πρόσφατο παρελθόν. Ήταν εξαρχής νομίζω ένα φιλμ με ιδιαίτερο concept που δύσκολα θα μπορούσε να μετουσιωθεί σε αξιόλογη ταινία. Οι αδυναμίες των συντελεστών σε πολλές περιπτώσεις, δυστυχώς την ρίχνουν κάτω από το όριο της μετριότητας. Ίσως μια άλλη φορά να δούμε κάτι καλύτερο με παρόμοια κεντρική ιδέα.