«Devil Seed» και χάσιμο χρόνου είναι έννοιες ταυτόσημες. Ειλικρινά δεν καταλαβαίνω τι προσπαθούσαν να κάνουν οι δημιουργοί αυτού του απαράδεκτου φιλμ. Rip-off του θρυλικού «Εξορκιστή» με γερές δόσεις αμερικάνικης teen υποκουλτούρας; Σ’ αυτό το συνονθύλευμα κλισαρισμένων τεχνικών τρόμου και ξύλινης ηθοποιίας δύσκολα μπορούμε να εντοπίσουμε κάτι θετικό.
Η νεαρή πρωταγωνίστρια «δαιμονίζεται» από το πουθενά μέσα σ’ ένα δωμάτιο μιας αντιπαθητικής μέντιουμ κυράτσας και στη συνέχεια αναλώνεται σ’ ένα ψευτο-horror ξέσπασμα που κινείται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, αλλά και αηδίας όπως στις σκηνές που ουρεί στο πάτωμα γευόμενη λίγο αργότερα το θεσπέσιο έργο της. Σκέτο σίχαμα! Το αγόρι της την απατάει (διόλου παράξενο) με μια φίλη και συγκάτοικό της. Ε, αφού η «δαιμονισμένη» τον είχε στην αναμονή για δύο χρόνια, είναι απόλυτα κατανοητή η επιλογή του φουκαρά που κάπου έπρεπε να ικανοποιήσει τις αντρικές ορμές του.
Έχουμε τίποτε άλλο αξιοσημείωτο; Εχμ…έναν αδιάφορο καθηγητή που το παίζει συμπονετικός κι έναν γιαλαντζί παπά που ξαφνικά προσπαθεί να παραστήσει τον ήρωα δοκιμάζοντας το ιερό σπορ του εξορκισμού. Σίγουρα θα έβαζε τα γέλια ο Max von Sydow αν τον έβλεπε! Μέσα σ’ όλο το χάλι πρέπει να υποφέρουμε και τον εκνευριστικά αργό ρυθμό, παρακαλώντας για το φινάλε που όμως αργεί να έρθει παρά την 90λεπτη διάρκειά του. Το πολυπόθητο τέλος είναι για γέλια και για κλάματα, μένοντας πιστό στα ερασιτεχνικά standards του υπόλοιπου φιλμ.
Στη Μεγάλη Βρετανία κυκλοφορεί με τον επίσης κλισαρισμένο τίτλο «The Devil In Me». Σιγά καλέ, μας κατατρομάξατε!
Μη σας παραμυθιάζει ο πιασάρικος και περίτεχνα μαρκετίστικος τίτλος. Άντε να ξεχωρίσουμε ένα αιματηρό φάγωμα λαιμού προς το τέλος και κανά δυο ακόμα σκηνές με το ζόρι. Όλα τα υπόλοιπα αποτελούν ξαναζεσταμένο φαγητό, αλλά τόσο κακόγευστο που σου προκαλεί αναγούλα.
Δεν αξίζει να σπαταλήσουμε περισσότερο χρόνο για αυτό το ανιαρό και τρισάθλιο φιλμ. Μακριά από εμάς!