Τα βιβλία του Stephen King πάντα αποτελούσαν πηγή έμπνευσης για τους horror κινηματογραφιστές με ανάμεικτα αποτελέσματα. Αυτή τη φορά ήταν σειρά της νουβέλας που έγραψε ο King με τον Joe Hill το 2012 με τίτλο «In the Tall Grass» να λάβει κινηματογραφική υπόσταση. Το «In the Tall Grass» λοιπόν είναι ένα από τα πιο αλλόκοτα φιλμ τρόμου που φιλοξενείται στην πλατφόρμα του Netflix. Κάνοντας πρεμιέρα το Fantastic Fest του Austin στο Τέξας τον Σεπτέμβρη του 2019 και εντασσόμενο στο μενού του Netflix τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, κατάφερε μάλλον να διχάσει το κοινό και τους κριτικούς παρά να κερδίσει μια σταθερή υποδοχή.
Το έργο μπαίνει από πολύ νωρίς στο ψητό. Αφού μας συστήνει δύο από τους πρωταγωνιστές -δύο αδέρφια με την κοπέλα να είναι έγκυος- τους βάζει γρήγορα στο πεδίο δράσης όπου θα εκτυλιχθούν οι εφιαλτικές σκηνές στη συνέχεια. Πρόκειται για ένα αρκετά μεγάλο σε έκταση χωράφι με πλούσια βλάστηση από πολύ ψηλά χορτάρια. Τα δύο αδέρφια μπήκαν στο χωράφι αφότου άκουσαν τις αγωνιώδεις κραυγές για βοήθεια ενός αγοριού.
Η επιλογή τους αυτή θα αποδειχτεί μοιραία καθώς άμα μπεις στο συγκεκριμένο χωράφι, πολύ δύσκολα ξαναβγαίνεις…ζωντανός. Εκτός από τα αδέρφια στο χωράφι με τα ψηλά χόρτα παγιδεύονται λίγοι ακόμα άνθρωποι και όλοι μαζί βιώνουν έναν ανείπωτο εφιάλτη. Τα πλάνα τους για απόδραση συγκρούονται με την απρόσμενη έξαρση βίας μεταξύ τους. Παράλληλα ένας μυστηριώδης βράχος με μακάβρια σύμβολα χαραγμένα πάνω του δεσπόζει επιβλητικά σε ένα σημείο του πυκνού χωραφιού. Ποιος ο ρόλος του; Θα καταφέρουν άραγε οι ήρωές μας να βρουν διέξοδο από το εφιαλτικό χωράφι;
Το φιλμ γυρίστηκε πράγματι κοντά σε ένα δρομάκι με ύπαρξη εγκαταστάσεων bowling όπως βλέπουμε και από κάποιες λήψεις. Ωστόσο το εκκλησάκι που βλέπουμε είναι ψεύτικο και στήθηκε για τις ανάγκες της ταινίας.
Αυτά είναι κάποια από τα βασικά ερωτήματα στα οποία καλείται να δώσει απαντήσεις το «In the Tall Grass». Η δική μου εκτίμηση είναι πάντως ότι οι απαντήσεις δεν ήταν ικανοποιητικές ενώ για άλλα ζητήματα ήταν ανύπαρκτες. Η ιδέα των επαναλαμβανόμενων μοτίβων ήταν καλή αλλά πρόχειρα δομημένη με αποτέλεσμα να αφήνει τους θεατές μπερδεμένους και προβληματισμένους. Το φιλμ προσπάθησε να ξεδιπλώσει τις σεναριακές ιδιαιτερότητές του για την παραγωγή τρόμου όμως δεν το έκανε όσο δημιουργικά απαιτούσαν οι περιστάσεις.
Μιλάμε για ένα από τα πιο λαβυρινθώδη σενάρια που έχουμε δει στο νεότερο cinema τρόμου. Εκτός από τα μπερδέματα και τις ιδέες του ποδαριού, το σενάριο πάσχει και από έλλειψη εξηγήσεων όσον αφορά βασικούς πυλώνες της ιστορίας του. Οι χαρακτήρες επίσης δεν ήταν τόσο πειστικοί και καμία ερμηνεία δεν έφτασε σε υψηλά επίπεδα. Ο πολύς Patrick Wilson (Insidious, The Conjuring) μοιάζει να είναι εκτός κλίματος παίζοντας έναν άχαρο ρόλο, παρά την βαθιά μύησή του στο cinema τρόμου.
Πάντως το «In the Tall Grass» παρά την μπαχαλοποιημένη εικόνα του, είναι δυνατό σε άλλα σημεία όπως στα επίπεδα του σασπένς, στην ποικιλία των βίαιων φόνων, καθώς και στην εξαιρετική τοποθέτηση των καμερών η οποία εναλλάσσει τις ανατριχιαστικές σκηνές μέσα στα χόρτα με πανοραμικές λήψεις που εντυπωσιάζουν. Ίσως το νούμερο ένα προτέρημά του είναι ότι σε πείθει να δεις την συνέχεια -ελπίζοντας βέβαια σε σεναριακή βελτίωση- και δεν σε αφήνει αδιάφορο. Σ’ αυτό βοηθάει εκτός από τις υψηλές εντάσεις και ο γρήγορος ρυθμός με τον οποίο κινούνται οι εξελίξεις.
Πού κάθετε η μπίλια λοιπόν στην αξιολόγηση του «In the Tall Grass»; Νομίζω ότι η μετριότητα είναι ο πιο δίκαιος χαρακτηρισμός που μπορεί να αποδοθεί για το φιλμ. Κάποιοι ίσως το θεωρήσουν λίγο ανώτερο αλλά σίγουρα κανείς δεν πρόκειται να ενθουσιαστεί. Δέχομαι όμως από την πλευρά μου ότι παρά την ελαττωματική του φύση, το έργο είναι πιο ενδιαφέρον στην παρακολούθηση από άλλες μετριότητες του χώρου. Όχι ότι σημαίνει και πολλά αυτό βέβαια.