Η πρώτη δουλειά του ελπιδοφόρου σκηνοθέτη Lucky McKee μάλλον είναι και η καλύτερη μέχρι σήμερα. Ο λόγος για το «May», μια ξεχωριστή ταινία τρόμου με έντονα στοιχεία μαύρης κωμωδίας που κυκλοφόρησε στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας κερδίζοντας τις επευφημίες των κριτικών ανά τον κόσμο. Επευφημίες που σε γενικές γραμμές τις αξίζει αν και μπορεί να υπερεκτιμήθηκε ελαφρώς πάνω στον ενθουσιασμό της στιγμής τότε.
Ο τίτλος της ταινίας είναι και το όνομα της πρωταγωνίστριάς του. Η May είναι ψυχικά διαταραγμένη κοπέλα που έζησε δύσκολα παιδικά χρόνια. Λίγο οι προβληματικοί γονείς της, λίγο η αμβλυωπία που την ταλαιπωρούσε δυσκόλεψαν την ομαλή ένταξή της στην κοινωνία. Η έννοια της φίλης ή του φίλου ήταν πάντα ξένη γι’ αυτήν. Μοναδική της φίλη ήταν μια κούκλα κλεισμένη σε διαφανές κουτί που της την είχε δωρίσει η μητέρα της.
Στην ενήλικη φάση της ζωής την οποία και παρακολουθούμε, η νεαρή κοπέλα προσπαθεί να βελτιώσει την επαφή της με τους ανθρώπους αλλά συχνά η μοίρα τής επιφυλάσσει ατυχίες και ξενερώματα. Κάποια στιγμή, το ποτήρι ξεχειλίζει και με αφορμή την απρόσμενη φθορά της μοναδικής «φίλης» της, ενεργοποιείται μια σειρά βίαιων και νοσηρών γεγονότων που θα επηρεάσει όλα τα άτομα με τα οποία συναναστρέφεται η May καθώς και την ίδια.
Αρχικά το φιλμ περιλάμβανε μια μεγάλης διάρκειας εισαγωγή με τα παιδικά χρόνια της May. Τελικά αποφασίστηκε η συρρίκνωσή της καθώς το φιλμ αργούσε πολύ να εξελιχτεί.
Το «May» δεν είναι και η πιο εύκολη ταινία τρόμου για να δει κανείς. Υφολογικά ακολουθεί σινεφίλ και avant-garde διαδρομές χωρίς πάντως να βυθίζεται και σε δυσνόητες καταστάσεις ή περίπλοκους σκηνοθετικούς πειραματισμούς. Αναμφισβήτητη πρωταγωνίστρια της ταινίας είναι…η ίδια η πρωταγωνίστρια! Η Angela Bettis δίνει την ερμηνεία της ζωής της ως May. Οι εκφράσεις της από ναζιάρικες και παιδικές αλλάζουν σε αινιγματικές και παρανοϊκές με φοβερή πειστικότητα. Μοιάζει να φτιάχτηκε για αυτόν τον ρόλο και ουσιαστικά η Bettis σηκώνει την ταινία στις πλάτες της σχεδόν μόνη της με χαρακτηριστική άνεση.
Το νωχελικό χτίσιμο της δράσης είναι ίσως το βασικό παράπονο που μπορεί να εκφράσει κάποιος. Η αλήθεια είναι ότι το «May» κινείται φανερά αργά χωρίς πάντως να απουσιάζουν οι ενδιαφέρουσες στιγμές και οι σποραδικές εξάρσεις. Όταν όμως αποφασίζει να γκαζώσει, μας αποζημιώνει στο έπακρο φιλοδωρώντας μας με πλούσιες δόσεις gore και παράνοιας. Με την απελευθέρωση της φονικής μανίας της May ο δείκτης τρόμου και σοκ της ταινίας εκτινάσσεται στα ύψη. Το επιστέγασμα του αιματοβαμμένου ξεσπάσματος έρχεται ποιητικά με την ολοκλήρωση του «έργου» τέχνης που είχε σκοπό να φτιάξει η ταραγμένη κοπέλα όταν η παιδική της άψυχη «φίλη» έχασε την ακεραιότητα της.
Δεν λέμε περισσότερα για να μην χαλάσουμε την απόλαυση σε όσους δεν το έχουν δει ακόμα, αν και οι περισσότεροι μάλλον θα ψυλλιαστούν εύκολα τι πρόκειται να συμβεί….