Είναι αλήθεια ότι δεν ήμουν ιδιαίτερα αισιόδοξος για το «Oculus» του Mike Flanagan. Λίγο τα διάφορα βίντεο που είχαμε δει πριν την κυκλοφορία του, λίγο η υπόθεση που μύριζε κλισέ από χιλιόμετρα, λίγο η γενικότερη επιφυλακτικότητά μου για το σύγχρονο cinema τρόμου που μαστίζεται από επαναλήψεις και ξαναζεσταμένα φαγητά, σίγουρα δεν αποτελούσαν τους καλύτερους οιωνούς για το νέο πόνημα του Flanagan.
Παρ’όλα αυτά, η γενικότερη εικόνα του «Oculus» μετά την παρακολούθηση δείχνει ότι ο δημιουργός του κατέβαλε σημαντική προσπάθεια για διαφοροποίηση ώστε το φιλμ του να μη μοιάζει με άλλο ένα μεταφυσικό θριλεράκι της σειράς. Αυτό το κατάφερε σε κάποιο βαθμό με το ευφυές και καλοδουλεμένο μοντάζ, προβάλλοντας τα γεγονότα του σεναρίου σε παράλληλο χρόνο χωρίς να ζημιώνεται η συνοχή της ταινίας. Ας δούμε όμως το θέμα γύρω από το οποίο κινείται ο περιβόητος «Καθρέφτης Της Κολάσεως» (Τι τίτλος κι αυτός; Η αρχαιοπρεπής γενική -της κολάσεως- θυμίζει έντονα εκείνους τους γραφικούς ελληνικούς τίτλους της cult εποχής των VHS!).
Στο «Oculus» πρωταγωνιστές είναι δύο νεαρά αδέρφια, η Kaylie και ο Tim, τα οποία ξανασμίγουν μετά από πολλά χρόνια, με την Kaylie να έχει θέσει σε κινητοποίηση ένα μεγαλεπήβολο εγχείρημα: να αποδείξει ότι ο θάνατος των γονιών τους δεν οφειλόταν σε πράξεις του μικρού τότε αδερφού της αλλά σε έναν μυστηριώδη καθρέφτη-αντίκα που διαθέτει επικίνδυνες μεταφυσικές ιδιότητες. Γι’ αυτό το λόγο η Kaylie έχει μεταφέρει τον καθρέφτη στο παιδικό τους σπίτι και τον έχει τοποθετήσει σε ένα δωμάτιο γεμάτο με κάμερες ώστε να καταγράψουν την κακόβουλη δραστηριότητά του και να φανερωθεί η αλήθεια για τη διαβολική φύση του. Στο σπίτι μεταβαίνει και ο αδερφός της (αφού βγήκε οριστικά από το ψυχιατρείο) ο οποίος αμφισβητεί την βασιμότητα της προσπάθειας της αδερφής του αλλά στην πορεία πείθεται λόγω κάποιων απρόσμενων γεγονότων. Την ίδια στιγμή τα γεγονότα του παρελθόντος από το ίδιο σπίτι ξετυλίγονται στις οθόνες μας και αλληλεπιδρούν με το παρόν, ασκώντας επιρροή στην σημερινή πραγματικότητα του Tim και της Kaylie.
Το έξυπνο τέχνασμα του Flanagan να απεικονίζει τα γεγονότα του παρελθόντος και του παρόντος σε παράλληλο χρόνο είναι πετυχημένο 100%. Μάλιστα αυτός είναι και ο κύριος λόγος που η ταινία σού διατηρεί το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος και πλάθει μια εικόνα ανανέωσης που διαφοροποιείται από την πεπατημένη. Αξιόλογη δουλειά κάνουν και οι ηθοποιοί των οποίων οι ερμηνείες είναι πραγματικά καλές. Συνεπώς το «Oculus» βγάζει την εικόνα του σοβαρού και του επαγγελματικού σαν φιλμ, πράγμα απαραίτητο για να κερδίσει τουλάχιστον την πρώτη εκτίμηση του κοινού του. Το στοίχημα λοιπόν μετατίθεται στα υπόλοιπα βασικά στοιχεία του που σχετίζονται με το σενάριο, τις ιδέες, την αγωνία, την ατμόσφαιρα, τον τρόμο. Πόσο ικανοποιητικό είναι λοιπόν σε όλα αυτά;
Η αλήθεια είναι ότι η κεντρική ιδέα αδυνατεί να ενθουσιάσει και να καινοτομήσει. Έχουμε την περίπτωση του καταραμένου αντικειμένου με τις μεταφυσικές προεκτάσεις, μια χιλιοπαιγμένη ιδέα δηλαδή. Όπως και να’ χει όμως ο Flanagan μπορούσε να εμπλουτίσει την κεντρική ιδέα με περισσότερες πικάντικες λεπτομέρειες κάνοντάς την βαθύτερη, αλλά δυστυχώς δεν το έκανε. Πέρα από την κλισαρισμένη αναδρομή στο αρχείο των θυμάτων του καθρέφτη που κάνει η Kaylie, δεν δίνονται ικανοποιητικές απαντήσεις σχετικά με τον ίδιο τον καθρέφτη και πώς κατέληξε να είναι τόσο διαβολικός. Δεν υπάρχει δηλαδή μια καλογραμμένη, δυναμική και εμπνευσμένη ιστορία που να αναδεικνύει τον βασικό «κακό» της ταινίας που είναι ο καθρέφτης-αντίκα.
Η ταινία αποτελεί εξέλιξη της ταινίας μικρού μήκους του σκηνοθέτη της η οποία ονομάζεται «Oculus: Chapter 3 – The Man with the Plan».
Άλλο πράγμα που με χάλασε είναι οι δήθεν τρομακτικές φιγούρες με καθρέφτες αντί για μάτια που περιστασιακά εμφανίζονται από τον κυρίως καθρέφτη με σκοπό να τρομάξουν τον θεατή. Ε, λοιπόν το όλο σουλούπι τους με άφησε εντελώς αδιάφορο, με τις συγκεκριμένες μορφές να περνούν αλλά να μην αγγίζουν, τουλάχιστον όσο θα έπρεπε. Ο τρόμος υφίσταται σποραδικά, με λίγες σκηνές supernatural τύπου αλλά και με τις έντονες δραματικές εξελίξεις από το παρελθόν που οδήγησαν τους γονείς των δύο παιδιών στο θάνατο. Το φινάλε επιφυλάσσει ένα μικρό σοκ με προσθήκη λίγων αλλά απαραίτητων σταγόνων αίματος.
Σε γενικές γραμμές το «Oculus» είναι μια φιλότιμη δουλειά με πινελιές φρεσκάδας, αλλά σαν σύνολο δεν καταφέρνει να ικανοποιήσει. Αν στα παραπάνω προσθέσουμε και το ότι κινείται κάπως νωχελικά, τότε καταλαβαίνουμε γιατί δεν μπορούμε να δώσουμε τους πολυπόθητους επαίνους στο έργο του Flanagan, όσο κι αν πιστεύαμε σ’ αυτό αρχικά.