Λέγεται ότι το «Opera» είναι η τελευταία πραγματικά σπουδαία κινηματογραφική δουλειά του Dario Argento προτού αναλωθεί σε μια σειρά μέτριων και ψιλοανέμπνευστων ταινιών τρόμου στα 90’s και στα 00’s. Παρότι διαφωνώ μ’ αυτή την άποψη θεωρώντας το «Trauma» του 1993 ως την τελευταία μεγάλη δουλειά του Ιταλού, δεν θα έβρισκα σοβαρούς λόγους να διαφωνήσω για την σπουδαιότητα του «Opera». Στο δεύτερο μισό των 80’ s ο Argento μας προσφέρει ένα βίαιο, γραφικό και καλογυρισμένο giallo που ναι μεν ακολουθεί τα συνήθη μονοπάτια της giallo συνομοταξίας, εμπλουτίζεται όμως από τις ξεχωριστές πινελιές αλλόκοτης ομορφιάς και εξεζητημένης βίας που γνωρίζει να διαχειρίζεται πολύ καλά στις ταινίες του ο Ιταλός.
Η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από μια νεαρή τραγουδίστρια όπερας, την Betty η οποία μετά το ατύχημα της βασικής τραγουδίστριας που θα ερμήνευε το Macbeth του Verdi παίρνει ανέλπιστα τη θέση της ξεκινώντας τις παραστάσεις. Ήδη από το ντεμπούτο της αλλά και κατά τη διάρκεια των επόμενων ημερών, βίαιοι φόνοι ξεσπούν εντός και εκτός του κτιρίου της όπερας, γεγονός που συγκλονίζει τη νεαρή ηρωίδα. Είναι κι αυτή η μεταφυσική φήμη περί κατάρας που συνοδεύει το εν λόγω έργο ήδη από την εποχή του Shakespeare που προβληματίζει την Betty αλλά πλέον καταλαβαίνει ότι έχει σοβαρότερους λόγους να ανησυχεί. Ο μανιακός δολοφόνος την προσεγγίζει αλλά δεν την σκοτώνει. Αντιθέτως επιδίδεται στο βασανιστικό παιχνίδι φόνων συνεργατών και φίλων της εξαναγκάζοντάς την να παρακολουθεί το αποτρόπαιο θέαμα χωρίς να μπορεί ούτε να κλείσει για λίγο τα μάτια της. Αυτό το καταφέρνει με την απίστευτα σαδιστική μέθοδο τοποθέτησης βελονών που κολλά με ταινία κάτω από τα μάτια της κρατώντας την δεμένη. Η Betty και ο σκηνοθέτης της όπερας προσπαθούν να λύσουν το μυστήριο την ώρα που η αστυνομική έρευνα φαίνεται να βαλτώνει.
Το «Opera» είναι μια από τις πιο επιτυχημένες ταινίες του Argento στην πατρίδα του καθώς προσέλκυσε 1.363.912 θεατές στους ιταλικούς κινηματογράφους την εποχή της κυκλοφορίας του. Στις ΗΠΑ είναι γνωστό και με τον τίτλο «Terror at the Opera».
Τρία είναι τα βασικά χαρακτηριστικά που καθιστούν το «Opera» σπουδαίο και ιδιαίτερο φιλμ. Το πρώτο είναι η καταπληκτική μουσική με την ανεξάντλητη ποικιλία θεμάτων από κλασικούς οπερετικούς ήχους και ατμοσφαιρικά μέρη, μέχρι και speedαριστά heavy metal ξεσπάσματα τοπικών ιταλικών μπαντών. Η δουλειά των Claudio Simonetti και Brian Eno στη μουσική επένδυση είναι θαυμάσια. Το δεύτερο εντοπίζεται στα πλούσια λουτρά αίματος μερικά από τα οποία αποτελούν σκηνές ανθολογίας. Η εξαιρετικά λεπτομερής απεικόνιση των φόνων, όπως η σφαίρα που διαπερνά το ματάκι της πόρτας ξεσκίζοντας διαδοχικά το μάτι του θύματος που στέκεται από πίσω, επιβεβαιώνουν τη μεγαλοφυΐα και τη σκηνοθετική φαντασία του Argento. Το τρίτο χαρακτηριστικό που κεντρίζει την προσοχή μας έγκειται στα ζωηρά πλάνα κυρίως μέσα στην όπερα καθώς και…στα κοράκια! Ο εμπλουτισμός των πλάνων με τα μακάβρια αυτά πλάσματα εμφυσούν μια άγρια ομορφιά στο φιλμ κάνοντας τον θεατή να ταξιδεύει μαζί με τα μαύρα πτηνά σε «αναγνωριστικές» πτήσεις πάνω από τα καθίσματα της όπερας. Αν οι ερμηνείες ήταν λίγο πιο πειστικές, αν εξέλειπαν διάφορα κλισέ όπως οι εφιάλτες της Betty σε σχέση με το παρελθόν της καθώς και σεναριακές αφέλειες όπως η διαφυγή της ηρωίδας μέσα από τον αεραγωγό του σπιτιού της ακολουθώντας ένα κοριτσάκι, θα μιλούσαμε για ένα σχεδόν αριστουργηματικό giallo. Κάποιοι μάλλον θα χαλαστούν κι από το φινάλε το οποίο εκ πρώτης όψεως δείχνει εντελώς αχρείαστο και εκτός κλίματος. Γνωρίζοντας όμως την τάση του Argento να μην τελειώνει απλά τις ταινίες του, εισάγοντας πάντα έναν απρόβλεπτο παράγοντα, μπορεί να γίνει κατανοητό. Στους πιο ψαγμένους θα ανασύρει μνήμες από την προηγούμενη δουλειά του, το εξαιρετικό «Phenomena».