Πρόκειται για την τρίτη ταινία της «τριλογίας διαμερισμάτων» από τον μετρ του ψυχολογικού τρόμου Roman Polanski. Όπως και στα Repulsion (1965) και «Rosemary’s Baby» (1968) έτσι κι εδώ ο Γαλλοπολωνός κινηματογραφιστής καταπιάνεται με το θέμα των τρομακτικών και παραισθησιακών βιωμάτων των κατοίκων διαμερισμάτων στις αστικές κοινωνίες. Εδώ μάλιστα αναλαμβάνει ο ίδιος τον ρόλο του πρωταγωνιστή υποδυόμενος έναν ταπεινό Πολωνό μετανάστη που μετακομίζει στο Παρίσι, αναζητώντας διαμέρισμα για να μείνει.
Τελικά εγκαθίσταται στο παρακμιακό διαμέρισμα ενός αφιλόξενου συγκροτήματος διαμερισμάτων με ακόμα πιο αφιλόξενους και αντιπαθητικούς κατοίκους. Το διαμέρισμα που δεν είναι και το πιο άνετο κατάλυμα στερούμενο ακόμα και τουαλέτας (!) νοίκιαζε προηγουμένως μια γυναίκα που επιχείρησε να αυτοκτονήσει πηδώντας από το παράθυρο κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. Ο νέος ένοικος την επισκέπτεται στο νοσοκομείο αλλά αυτή δεν μπορεί να πει τίποτα παραπάνω από μια ανατριχιαστική κραυγή. Μετά από λίγες μέρες πεθαίνει. Ο Πολωνός που έχει ήδη γνωρίσει την κολλητή της (μια γοητευτική Isabelle Adjani) αναπτύσσοντας μάλιστα και έναν εφήμερο ερωτικό δεσμό αρχίζει να βιώνει παράξενες εμπειρίες στο νέο του διαμέρισμα. Πρώτα ένα δόντι κρυμμένο στην τρύπα του τοίχου, ύστερα οι περίεργες θεάσεις ανθρώπων που στέκονται ακίνητοι στην άλλη άκρη της πολυκατοικίας, και φυσικά οι ενοχλητικές επισκέψεις άλλων ενοίκων που τον αναστατώνουν. Σιγά σιγά ο πρωταγωνιστής βυθίζεται σ’ έναν κόσμο μυστηρίου που εξελίσσεται σε παράνοια. Υπάρχει πραγματικά συνωμοσία των άλλων ενοίκων να τον βλάψουν ή τα αλλόκοτα γεγονότα είναι προϊόν της φαντασίας του;
Όπως και στις άλλες δύο ταινίες της τριλογίας του, ο Polanski χτίζει μια στοιχειωμένη και σουρεαλιστική ατμόσφαιρα, διαποτισμένη από συνωμοσιολογία, έντονες ψυχωτικές αντιδράσεις και αλλόκοτους, ιδιαίτερα τρομακτικούς χαρακτήρες. Η βαθμιαία απώλεια της ψυχικής ηρεμίας αποτελεί βασικό θεματικό άξονα του φιλμ και παρά την αρχική νευρικότητα του πρωταγωνιστή, ο Polanski ανεβάζει στροφές στη συνέχεια και δίνει μια έξοχη ερμηνεία που θα την θυμόμαστε για καιρό. Η μετάβαση από την αρχική γαλήνη στην κατάσταση μη αναστρέψιμου παροξυσμού γίνεται αριστοτεχνικά από τον σπουδαίο σκηνοθέτη/ηθοποιό ο οποίος εξερευνά τον ανθρώπινο ψυχισμό και τα λεπτά όρια μεταξύ λογικής και τρέλας. Στην στοιχειωμένη ατμόσφαιρα συμβάλλει και το παρακμιακό κτίριο –το ιδανικό μέρος για να γυριστεί ένα φιλμ «απομόνωσης» και απόλυτης απελπισίας. Τα ιερογλυφικά που ανακαλύπτει σε κάποια φάση ο πρωταγωνιστής προσδίδουν περαιτέρω μυστικισμό στην υπόθεση.
Το «The Tenant» θεωρήθηκε μια από τις 10 τρομακτικότερες ταινίες στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου από το γαλλικό περιοδικό horror θεματολογίας «Mad Movies». Υπερβολές; Εσείς θα το κρίνετε!
Το τελευταίο τέταρτο περίπου της ταινίας σηκώνει την τρίχα κάγκελο μέσα από ένα απίστευτα τρομακτικό κρεσέντο οπτασιών και σκληρών σκηνών. Μόνο ο κάπως αργός ρυθμός και κανάς-δυο ξεκάρφωτοι χαρακτήρες (από την τεράστια ποικιλία χαρακτήρων που παίζουν στο φιλμ) μπορεί να ξενίσουν αλλά το συνολικό αποτέλεσμα είναι θαυμάσιο. Μην ψάχνετε να βρείτε ορθολογικές απαντήσεις στο «The Tenant». Απλά αφεθείτε στον παραισθησιογόνο κόσμο του και βιώστε μια αληθινά τρομακτική εμπειρία αλλά προς Θεού…don’t try this at home!!!