“H πρόσκληση” θα μπορούσε να θεωρηθεί ένα από τα πιο ενδιαφέροντα και τεταμένα ψυχολογικά thrillers των 2010’s λόγω των θεμάτων που αγγίζουν οι σεναριογράφοι Hay and Manfredi, της περιρρέουσας ατμόσφαιρας αλλά και της σκηνοθετικής προσέγγισης της Karyn Kusama (σκηνοθέτιδας του modern cult favourite Jennifer’s Body). To βαθύ πένθος, η ανυπέρβλητη θλίψη και η αδυναμία διαχείρισης αυτών των συναισθημάτων βρίσκονται στη καρδιά της ταινίας. Αυτά τα συναισθήματα οδηγούν σε εσωτερικές φυλακές αλλά και σε πολύ πιο σκοτεινά και επικίνδυνα μονοπάτια…
Το βασικό χαρακτηριστικό της ταινίας είναι ότι δεν αφήνει τον πρωταγωνιστή της, Will (Logan Marshall-Green), να αισθανθεί ασφάλεια ή ηρεμία σε κανένα από τα 100 λεπτά της και συνεπώς αυτό το αίσθημα της δυσφορίας και φόβου διαπερνά και τους θεατές με μεγάλη επιτυχία. Το ψυχολογικό τραύμα του πρωταγωνιστή είναι νωπό και βαθύ. Μια ανοιχτή πληγή που δεν έχει γιατρευτεί δυο και πλέον χρόνια από το γεγονός που άλλαξε τη ζωή του αλλά και της τότε συζύγου του Eden (Tammy Blanchard). Ο Will κουβαλάει το βάρος μιας απώλειας με τη ωμή θλίψη, την αναμενόμενη απόγνωση και τον συνεχή πόνο που καθρεφτίζονται στις εκφράσεις και τη συμπεριφορά του, χωρίς υπερβολές και φανφάρες.
Αλλά ας κάνουμε ένα μικρό zoom out για να δούμε λίγο πιο σφαιρικά την ιστορία μας. Εν αρχή ην μια πρόσκληση για δείπνο. Το απλό, φαινομενικά, αυτό δείπνο αποτελείται από φίλους που φαίνεται ότι έχουν δεσμούς αγάπης και ξανασυναντώνται καιρό μετά από ένα τραγικό γεγονός. Βέβαια, αυτό το reunion είναι βουτηγμένο στην αμηχανία. Υπάρχουν συγκεκριμένα άτομα μιλώντας για το νέο σύντροφο της Eden, David (Michiel Huisman), τoν Pruitt (John Carroll Lynch) και τη Sadie (Lindsay Burdge) που δεν κουμπώνουν καθόλου σε αυτή τη συνάθροιση.
Το «The Invitation» ήταν η πρώτη ταινία της Karyn Kusama μετά από 7 ολόκληρα χρόνια!
Θυμίζουν θηρευτές προς αναζήτηση λείας, αρχιερείς σε μυστικιστική τελετή και είναι οι καταλύτες της δράσης χτίζοντας μεθοδικά μια αίσθηση υποβόσκουσας ταραχής με το ατάραχο παρουσιαστικό τους και τις πολύ περίεργες, to say the least, κινήσεις και λεγόμενα. Φυσικά, στα πλαίσια της ευγένειας και τυπικότητας που χαρακτηρίζει αυτό το L.A πάρτι, οι συγκεκριμένοι άνθρωποι παίρνουν άπλετο χώρο να στήσουν και να εκτελέσουν το πλάνο τους χωρίς καμία σημαντική αντίδραση από τους καλεσμένους εκτός από τον Will.
Τέλος, στο τεχνικό της κομμάτι, η ταινία είναι αρκετά ικανοποιητική. Το σπίτι που διαδραματίζεται η ιστορία είναι ντυμένο με ζεστά χρώματα και στοχευμένα πλαισιωμένο με τον πιο welcoming και χαλαρωτικό φωτισμό ever. Η κάμερα παίζει με αρκετά blurry πλάνα, αργά zoom ins/outs για να μπλέξει το perspective του Will με τα flashbacks του και την πραγματικότητα γύρω του ενώ οι εναλλαγές σκοταδιού και φωτός είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσες.