Αν και τα δικαιώματα για την ταινία είχαν αποκτηθεί ήδη από τη δεκαετία του ’90 μόλις το 2015 άναψε το πράσινο φως για την υλοποίησή της. Αρχικά να ξεκαθαρίσουμε ότι το «The Meg» βασίζεται στο βιβλίο του 1997 «Meg: A Novel of Deep Terror» του συγγραφέα Steve Allen.
Προσωπικά δεν μου βγαίνει η διάθεση να διαβάσω ένα βιβλίο με καρχαρίες αλλά όταν τα επικίνδυνα αυτά ψαράκια δεσπόζουν σε ταινία, τότε αλλάζουν άρδην η διάθεση και θέλησή μου. Το «The Meg» έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που το καθιστούν προσεγμένη «b-movie» -αν πιάνετε το νόημά μου.
Με άλλα λόγια το τεράστιο budget έρχεται να στηρίξει μια ταινία που η λογική της προσομοιάζει με τις monster movies των δεκαετιών του ‘50 και του ’70. Η cheesy αισθητική είναι φανερή χωρίς να συνεπάγεται κατ’ ανάγκη μεγάλη πτώση της ποιότητας.
Βέβαια -και για να τα λέμε όλα- το «The Meg» είναι μια προβλέψιμη action horror ταινία που χαρακτηρίζεται από τα ενοχλητικά κλισέ παρεμφερών περιπετειών στη φύση. Τέτοια είναι λόγου χάρη τα υποτιθέμενα μηνύματα προστασίας της φύσης και οι μη ρεαλιστικές πράξεις αυτοθυσίας στις οποίες καταφεύγουν οι χαρακτήρες.
Στο «The Meg» συμμετείχε ως extra ηθοποιός η κόρη του συγγραφέα του βιβλίου όπου βασίζεται το φιλμ.
Ειδικά οι δεύτερες αφθονούν, φτάνοντας σε μη πιστευτή συχνότητα κι αυτό είναι κάτι που έπρεπε να προσέξει ο σεναριογράφος. Αλλά ας προσγειωθούμε στην πραγματικότητα. Δεν περιμέναμε πολλά από το φιλμ αυτό. Το «The Meg» είναι μια αχαλίνωτη, ψυχαγωγική περιπέτεια με στοιχεία τρόμου και κωμικές πινελιές.
Στόχος αυτού του πακέτου είναι να κρατήσει ευχάριστη παρέα στον θεατή, να τον ψυχαγωγήσει και σποραδικά να τον σοκάρει με τις απότομες εμφανίσεις του υπερμεγέθους καρχαρία και του αιματηρού ξεσπάσματός του. Σύμφωνα λοιπόν με το προαναφερθέν σκεπτικό το «The Meg» πετυχαίνει το στόχο του. Έχει πλούσια δράση, πολλές σκηνές με σασπένς, αρκετό gore εκεί που χρειάζεται και τετριμμένους χαρακτήρες που συμμορφώνονται με τη λογική των προβλέψιμων ταινιών δράσης.
Θα μπορούσε να είναι ακόμα πιο ευχάριστο αν απέφευγε τα εκτεταμένα χρονικά ξεχειλώματα που μοιραία ανέβασαν τη συνολική διάρκειά τους σε κάτι λιγότερο από δύο ώρες. Κατά τη γνώμη μου το «The Meg» μπορούσε να είναι χορταστικό και με λιγότερους κεντρικούς χαρακτήρες απ’ όσους είδαμε. Από αυτούς ξεχωρίζει εύκολα ο Jonas Taylor τον οποίο υποδύεται ο ατσαλάκωτος και προσωπική αδυναμία Jason Statham (κούκλος όπως πάντα).
Κλείνοντας αυτήν την κριτική να επισημάνω ότι δεν ευελπιστούσα σε μια ταινία που θα άλλαζε τα δεδομένα στο πεδίο του θαλάσσιου τρόμου. Οι προσδοκίες μου για το «The Meg» ήταν η διασκέδαση μέσω μιας έντονης θαλάσσιας περιπέτειας και ο ενθουσιασμός που εξασφαλίζουν τα υπερσύγχρονα ειδικά εφέ με φόντο αυτή τη φορά των απέραντο ωκεανό. Ε, λοιπόν το «The Meg» κατάφερε να με ικανοποιήσει στα παραπάνω, επομένως δεν βρίσκω το λόγο να είμαι περισσότερο αυστηρή μαζί του.