Οι σειρήνες του θριάμβου ηχούσαν από τις αρχές του προηγούμενου έτους όταν το «The Witch» του πρωτάρη Robert Eggers έκανε πρεμιέρα στο φεστιβάλ του Sundance. Από τότε έχουν πληθύνει οι επευφημίες για το ντεμπούτο του Eggers και μένει πλέον να δούμε αν το πόνημα αυτό δικαιούται τέτοιας θερμής ανταπόκρισης.
Οι μάγισσες και η μαγεία δεν απαντούν τόσο συχνά στο horror ρεπερτόριο και το συγκεκριμένο θέμα δεν έχει δώσει πολλές σπουδαίες παραγωγές είναι η πικρή αλήθεια. Εκπληκτικές εξαιρέσεις όπως «Rosemary’s Baby» και «Suspiria» δεν θα μπορούσαν να κυκλοφορούν κάθε χρόνο βέβαια όμως κανείς δεν λέει και όχι σε ποιοτικές δουλειές έστω και μικρότερου διαμετρήματος με θέμα τις μάγισσες. Πόσο εύκολο είναι λοιπόν για το «The Witch» να αποτελέσει άλλη μια φωτεινή εξαίρεση.
Από την αρχή της ταινίας φαίνεται καθαρά η προσεγμένη σκηνοθετική δουλειά που έχει γίνει στέλνοντας το φιλμ σε άλλο επίπεδο. Πραγματικά το «The Witch» δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από μεγάλες παραγωγές στο σκηνοθετικό κομμάτι. Άλλο ένα σημείο που χρήζει ειδικής μνείας είναι οι πολύ δυνατές ερμηνείες από όλους τους ηθοποιούς είτε πρόκειται για ενήλικες είτε για μικρά παιδιά. Κάποιες φορές μάλιστα συναντάμε και μια ασυνήθιστη θεατρικότητα σ’ αυτές όπως π.χ. όταν ο πουριτανός πατέρας βγάζει θρησκευτικής φύσεως μονολόγους.
Αρχικά υπήρχαν πλάνα για περισσότερες σκηνές με τον μαύρο τράγο που βλέπουμε στην ταινία αλλά λόγω ανεπαρκούς εκπαίδευσης του ζώου δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ.
Η φωτογραφία και γενικότερα το φυσικό περιβάλλον όπου πραγματοποιούνται τα γεγονότα συνιστούν άλλο ένα προτέρημα. Το φωτεινό ξέφωτο όπου βρίσκεται η φάρμα της οικογένειας απέχει μια ανάσα από το μυστηριώδες σκοτεινό δάσος στο οποίο παραμονεύει το ανείπωτο κακό που θα εισβάλλει στη ζωή της οικογένειας δημιουργώντας μια φοβερή αντίθεση.
Όσον αφορά τον τρόμο, αυτός δεν προσφέρεται όπως στις περισσότερες σύγχρονες ταινίες τρόμου μεταφυσικής κατεύθυνσης, δηλαδή με τυπικές jump scares, αλλά με αργή και βασανιστική μεγέθυνση της παράνοιας, του δράματος και του μακάβριου. Με άλλα λόγια μιλάμε για γνήσιο ψυχολογικό τρόμο που βασίζεται στην προσμονή τραγικών στιγμών που σίγουρα θα έρθουν χωρίς να γνωρίσουμε πώς ακριβώς θα είναι αυτές.
Εντύπωση προκαλεί επίσης η έντονη θρησκευτικότητα της ταινίας και η εμμονή σε έννοιες όπως η αμαρτία και η εξιλέωση. Ουσιαστικά η φύση της ταινίας είναι κατά το ήμισυ θρησκευτική αλλά χωρίς παπάδες. Τα βαθιά θρησκευτικά πιστεύω των μελών της οικογένειας και ο πειστικός τρόπος που τα εκφράζουν κάνουν τη δουλειά τους περίφημα αφήνοντας στην άκρη αχρείαστους ιερείς και επίδοξους εξορκιστές στις οποίες συχνά καταφεύγουν ταινίες θρησκευτικού τρόμου.
Αντιλαμβάνομαι ότι το «The Witch» μπορεί να ξενίσει και να κουράσει αρκετούς θεατές με την ασυνήθιστη εικόνα του και για να είμαστε δίκαιοι δεν είναι και αψεγάδιαστο σαν φιλμ. Ωστόσο, για όσους αναζητούν μια διαφορετική, πιο «σινεφίλ» προσέγγιση με βαθύτερο περιεχόμενο και δυνατά θέματα στον horror κινηματογράφο, το ντεμπούτο του Robert Eggers τους αποζημιώνει και με το παραπάνω.