Ο παρανοϊκός φονιάς της αυστραλέζικης επαρχίας επιστρέφει, αυτή τη φορά με ακόμα πιο άγριες διαθέσεις. Ο λόγος για τον φλύαρο ερημίτη Mick Taylor που γνωρίσαμε πολύ καλά στο πρώτο «Wolf Creek» του 2005. Όπως και στο αρχικό φιλμ, ο εν λόγω σφαγέας επαναλαμβάνει αυτά που μας έδειξε ότι ξέρει να κάνει πολύ καλά: να σφάζει και να βασανίζει τα θύματά του με κτηνώδεις τρόπους απολαμβάνοντας το αποτρόπαιο θέαμα!
Μετά από σχετικά μεγάλο διάστημα, ο υποσχόμενος Αυστραλός κινηματογραφιστής Greg Mclean μας προσφέρει το πολυαναμενόμενο sequel της αρχικής επιτυχημένης ταινίας του που είχε αφήσει θετικές εντυπώσεις σε κοινό και κριτικούς, αν και όχι καθολικά. Όπως ήταν αναμενόμενο το «Wolf Creek 2» ακολουθεί τη συνταγή του προκατόχου του με βασική διαφορά την προσθήκηη ακόμη περισσότερου gore και υπερβολικής βίας. Με άλλα λόγια μην αναζητάτε καινοτομίες εδώ αλλά απολαύστε για μία ακόμη φορά μια δοκιμασμένη αλλά γευστική συνταγή που αποτελείται από πλούσιο αιματοκύλισμα, επιβλητική φωτογραφία, κλίμα απόγνωσης και φυσικά έναν προικισμένο φονιά που βγάζει τρέλα αλλά και μπόλικη φλυαρία.
Μετά την αιματηρή δολοφονία δύο αστυνομικών που έκαναν το λάθος να τσαντίσουν τον φονιά με το καπέλο και το sniper δίνοντάς του κλήση, διάφοροι άνθρωποι, κυρίως τουρίστες αλλά και ντόπιοι πέφτουν θύματα του ασταμάτητου Mick Taylor στην καυτή έρημο της Αυστραλίας. Τη μερίδα του λέοντος του μαρτυρίου καλείται να υποστεί ένας Βρετανός τουρίστας που πικάρει τον Taylor με τις ιστορικές γνώσεις του για την Αυστραλία και το ιδιόρρυθμο αγγλικό χιούμορ του. Οι δύο άντρες αναλώνονται αρχικά σε ένα αγωνιώδες και ενίοτε κουραστικό παιχνίδι καταδίωξης που εξελίσσεται σε παιχνίδι…γνώσεων με διακύβευμα τα δάχτυλα του άτυχου Βρετανού.
Ακούγεται ειρωνικό και αντιφατικό με τα όσα βλέπουμε στην ταινία αλλά ο John Jarratt που υποδύεται τον φονιά στα δύο «Wolf Creek», απεχθάνεται τις ταινίες τρόμου. Τη ζημιά του την έκανε το «Ψυχώ» του Alfred Hitchcock το οποίο τον κατατρόμαξε όταν το είδε σε παιδική ηλικία.
Η κατάληξη όλης αυτής της παρανοϊκής εξέλιξης μάλλον θα σας ξενερώσει. Γενικά όμως το «Wolf Creek 2» παρά τις αδυναμίες του και τη φανερά τυπική slasher/gore μορφή που παίρνει, κερδίζει τις εντυπώσεις όντας ένα αρκετά καλό sequel, τουλάχιστον σε σχέση με τα πολυάριθμα μέτρια και ανούσια sequels που κυκλοφορούν κατά κόρον στην εποχή μας. Ίσως θα ήταν καλύτερα να είχε κυκλοφορήσει πιο κοντά χρονικά στο αρχικό φιλμ του 2005 αλλά ο Mclean προτίμησε τότε να ασχοληθεί με το χρονοβόρο αλλά και εντυπωσιακό «Rogue» (2007).
Θετικά: Πλούσιο αιματοκύλισμα με πολλές σκηνές σοκ και αυξημένης βίας, σποραδικά αυξημένη αγωνία, η επιβλητική φωτογραφία από την ηλιοκαμένη ερημική επαρχία της Αυστραλίας που δημιουργεί ένα κλίμα απελπισίας και απόγνωσης.
Αρνητικά: Πολλοί ανούσιοι και φλύαροι διάλογοι, αχρείαστα εκτεταμένη διάρκεια, αμφιλεγόμενο φινάλε.
Συμπέρασμα: Δεν έχει την φρεσκάδα και την ποιότητα του πρώτου «Wolf Creek», ωστόσο το «Wolf Creek 2» είναι ένα αξιόλογο sequel που τιμά την αιματηρή παράδοση της αρχικής ταινίας στέλνοντας γερές δόσεις σοκ και τρόμου.
Βαθμός:
Gore:
👆 Οι καλύτερες σκηνές (spoilers):
- Μια μνημειώδης βολή με sniper στην αρχή του έργου που διαλύει κυριολεκτικά το κεφάλι του θύματος.
- Ένα φρικιαστικός αποκεφαλισμός με μαχαίρι που θυμίζει αντίστοιχες περιπτώσεις από το…Ιράκ.
- Ο ωμός διαμελισμός ενός άτυχου πτώματος από τον μανιακό.
- Το ανατριχιαστικό κόψιμο των δαχτύλων ενός δεμένου σε καρέκλα θύματος.