Το «The Beast Must Die» δεν είναι μια συνηθισμένη ταινία με λυκάνθρωπους. Ουσιαστικά συνδυάζει το ντετεκτιβικό στοιχείο α λα Agatha Christie του «Ten Little Indians» με τη λυκανθρωπία, σε μια ιδιαίτερη ιστορία, αρκετά διαφορετική και ενδιαφέρουσα. Σίγουρα αποτελεί μια από τις πιο αξιοπρόσεκτες στιγμές της βρετανικής εταιρείας παραγωγής Amicus και μας ταξιδεύει πολύ πίσω, στον αγνό τρόμο των 70s ξυπνώντας ευχάριστες αναμνήσεις στους παλαιότερους.
Η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από 5 ανθρώπους οι οποίοι προσκαλούνται στην εξοχική έπαυλη ενός πλούσιου κυνηγού και της συζύγου του. Εκεί ο κυνηγός τούς αποκαλύπτει ότι ένας από τους καλεσμένους του είναι λυκάνθρωπος και ότι σκοπεύει να τον βρει και να τον σκοτώσει. Όλο το οίκημα παρακολουθείται εξονυχιστικά από κάμερες τις οποίες ελέγχει και συντονίζει ένας σκεπτικιστής συνεργάτης του κυνηγού από ένα ξεχωριστό, ειδικά διαμορφωμένο δωμάτιο. Επίσης ο κυνηγός προσπαθεί μέσω διάφορων τεστ να εντοπίσει το αιμοβόρο κτήνος ανάμεσά τους (π.χ. βάζοντάς τους να πιάσουν ασημένια κηροπήγια). Σύντομα θα έχει πανσέληνο και ο λυκάνθρωπος αναγκαστικά θα πρέπει να φανερωθεί. Όταν όμως το κάνει η ζωή όλων των καλεσμένων βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο, απειλούμενη από τις φονικές ορέξεις του κτήνους!
Λοιπόν, νομίζω ότι σεναριακά το «The Beast Must Die» καθίσταται αμέσως συμπαθητικό. Αν μη τι άλλο οι περισσότεροι γοητεύονται από το ντετεκτιβικό κλίμα και την γαργαλιστική παρακίνηση να μαντέψουν τον κακό της υπόθεσης. Βέβαια εδώ έχουμε την ακόμα πιο ευρηματική ιδέα ο κακός να είναι λυκάνθρωπος, γεγονός που κάνει την ταινία ακόμη πιο συναρπαστική και απόκοσμη. Η εξέλιξη των γεγονότων είναι γρήγορη και ενδιαφέρουσα με αρκετές ανατροπές ενώ η ατμόσφαιρα μυστηρίου συνοδεύει σε κάθε σχεδόν στιγμή την ταινία κρατώντας τον θεατή γερά στη θέση του γοητευμένο. Επιπροσθέτως έχουμε και ένα δυναμικό cast με σπουδαία ονόματα που βελτιώνουν το όλο θέαμα. Ξεχωρίζει ο κυριλέ Peter Cushing στο ρόλο του αρχαιολόγου και λάτρη των λυκανθρώπων αν και όλοι οι συμμετέχοντες έχουν αξιόλογη παρουσία. Άλλο ένα αξιομνημόνευτο στοιχείο της ταινίας είναι η προτροπή του αφηγητή να μαντέψει ο θεατής την ταυτότητα του λυκάνθρωπου στο ξεκίνημα και προς το τελευταίο μέρος με μια σύντομη διακοπή 30 δευτερολέπτων.
Το φιλμ κυκλοφορεί στις ΗΠΑ με τον εναλλακτικό τίτλο «Black Werewolf».
Μειονέκτημα αποτελεί ο ίδιος ο λυκάνθρωπος αφού λόγω χαμηλού budget τον ρόλο αναλαμβάνει να παίξει ένας κατάμαυρος σκύλος, για την ακρίβεια ένας Γερμανικός Ποιμενικός. Επίσης οι ποσότητες αιματοχυσίας είναι διακριτικές και μετρημένες ενώ η όρεξή μας είχε ανοίξει για μεγαλύτερο αιματοκύλισμα. Αν δεν έχετε ιδιαίτερο πρόβλημα με όλα αυτά καθώς και με τα ξεπερασμένα εφέ της εποχής δύσκολα θα απογοητευτείτε από το «The Beast Must Die».
Εν κατακλείδι το «The Beast Must Die» είναι μια αξιόλογη και διασκεδαστική ταινία τρόμου, με ατμοσφαιρικά και γοτθικά στοιχεία, πολύ μυστήριο, σασπένς, αξιοπρεπείς ερμηνείες, καλογραμμένους διαλόγους και εμπνευσμένες ιδέες. Αξίζει τον κόπο μια βουτιά πίσω στις αγνές εποχές των 70s και η δοκιμή λίγου παλιομοδίτικου τρόμου, φτιαγμένου με το μεράκι και την ειλικρίνεια της εποχής. Είναι επίσης ένα από τα τελευταία φιλμ της Amicus αφού μερικά χρόνια αργότερα η ιστορική βρετανική εταιρία σταμάτησε την παραγωγική δραστηριότητά της προς απογοήτευση των φίλων του γοτθικού τρόμου.