Ο Francesco είναι ένας νεαρός ταριχευτής ζώων, ο οποίος έχει αποκτήσει μια μεγάλη κληρονομιά μετά τον θάνατο των γονιών του σε τροχαίο δυστύχημα. Στην βίλλα του, τον φροντίζει η Iris, μια ιρλανδή νοικοκυρά η οποία θέλει να τον παντρευτεί. Η κοπέλα του Francesco, η Anna βρίσκεται στο νοσοκομείο και η Iris χρησιμοποιεί την μαύρη μαγεία για να την εξοντώσει. Ο θάνατος της Anna οδηγεί τον Francesco στην κατάθλιψη και αδυνατώντας να διαχειριστεί την απώλεια, πηγαίνει στο νεκροταφείο όπου την έθαψαν και απαγάγει το πτώμα για να κρατήσει τον έρωτα τους ζωντανό.
Το Beyond the Darkness είναι μια ταινία του Joe D’ Amato, ενός μαέστρου του ιταλικού exploitation κινηματογράφου, ο οποίος κατάφερε να δημιουργήσει διακόσιες ταινίες στην φιλμογραφία του, με την πλειοψηφία τους να ανήκουν στην κατηγορία της hardcore πορνογραφίας. Αναμεσά σε αυτά τα sleaze διαμάντια, ο D’ Amato δημιούργησε και κάποιες αξιόλογες ταινίες τρόμου, δίνοντας βάση περισσότερο στο σοκ και στην αηδία παρά στο σενάριο. Στο Beyond the Darkness, ο D’ Amato καταφέρνει μέσα σε όλη αυτήν την νοσηρότητα να δημιουργήσει και ατμόσφαιρα, ενώ ο ερωτισμός είναι διάχυτος, ακόμα και για αυτούς που ψάχνουν ένα νεκροφιλικό πάθος. Είναι εντυπωσιακό πως ο D’ Amato καταφέρνει να κάνει πιο καυτές τις νέκρες γυμνές γυναίκες στην ταινία του, πάρα τις ζωντανές, τις οποίες ντύνει με ασφυχτικά ρούχα.
Ο αυθεντικός τίτλος της ταινίας είναι Buio Omega.
Το σενάριο είναι αρκετά τολμηρό και πρωτότυπό για την εποχή του , αν και είναι παρμένο, εν μέρει από ένα άλλο κλασικό giallo, το TheThird Eye (1966) του Mino Guerrini. Ο Francesco στην ταινία είναι ένα ορφανό παιδί που δεν έχει δικιά του θέληση και γίνετε έρμαιο της Iris, αλλά και των επιθυμιών του. Και ενώ η Iris που την υποδύεται εξαιρετικά η Franca Stoppi, είναι μια καλογραμμένη γυναίκα-αράχνη που με την αύρα της προκαλεί ανατριχίλες, ο Francesco, από την άλλη, που είναι και ο πρωταγωνιστής μας, παραμένει μονοδιάστατος και πιόνι της αφήγησης, χωρίς δικιά του θέληση.
Οι διάλογοι στο σενάριο είναι οι τυπικοί που συναντάμε σε μια ιταλική low-budget ταινία τρόμου, πιο γνωστή είναι η ντουμπλαρισμένη στα αγγλικά εκδοχή της ταινίας. Οι ερμηνείες των δευτερευόντων ρόλων είναι ξύλινες και υπάρχουν μόνο για να μας οδηγήσουν στην επόμενη αγωνιώδη και σοκαριστική αποκάλυψη. Πέρα από αυτές τις σεναριακές αστοχίες, η ταινία ξεχειλίζει από αίμα και σφαγές, ενώ η ηλεκτρονική μουσική από την ιταλική μπάντα, Goblin, μετατρέπει την ταινία σε ένα κρεσέντο ορχηστρικής νοσηρότητας.