Μετά τον Jason, τον Freddy και τον Pinhead ένας νέος «σούπερ κακός» έρχεται να προστεθεί στη σκηνή του τρόμου χωρίς όμως να φτάνει σε αίγλη τους προγενέστερους «συναδέλφους» του. Ο «Candyman» γεννημένος από τον παραγωγικό Clive Barker στη μικρή συγγραφική ιστορία του «The Forbidden» παίρνει σάρκα και οστά στην ταινία του Bernard Rose (Paperhouse, Immortal Beloved κ.α.) βάζοντας το δικό του λιθαράκι στο χώρο του υπερφυσικού τρόμου.
Η Helen είναι μια νεαρή πτυχιούχος που επιδίδεται στη μελέτη των αστικών θρύλων. Κάποια στιγμή πέφτει πάνω στο θρύλο του Candyman, ενός φονικού πνεύματος που εμφανίζεται σε όποιον τον καλεί λέγοντας 5 φορές το όνομά του μπροστά στον καθρέφτη. Το σύνηθες αποτέλεσμα είναι ο θάνατος του καλούντα. O Candyman φέρει ένα φονικό γάντζο ενσωματωμένο στο δεξί χέρι και έχει ιδιαίτερη σχέση με τις…μέλισσες. Αυτός ο παράξενος συνδυασμός εξηγείται ωραία από το ιστορικό του. Γιος ενός νέγρου σκλάβου πριν 2 σχεδόν αιώνες, ερωτεύτηκε τη λευκή κόρη ενός πλούσιου, την άφησε έγκυο και θανατώθηκε βάναυσα από τους τιμωρούς του για αυτό το «έγκλημα». Αρχικά του έκοψαν το χέρι και του τοποθέτησαν γάντζο. Στη συνέχεια τον πασάλειψαν με μέλι από ένα κοντινό μελίσσι, τραγούδησαν ειρωνικά το όνομα Candyman 5 φορές και τέλος οι μέλισσες τον γέμισαν τσιμπήματα μέχρι θανάτου! Πολύ φρικιαστικός θάνατος πραγματικά!
Σήμερα λοιπόν ο περιβόητος Candyman εν είδει ανήσυχου πνεύματος σκοτώνει αυτούς που τον κάλεσαν ή πρόσωπα που τυχαίνει να βρίσκονται στο περιβάλλον τους. Αυτό το μαρτύριο βιώνει και η πρωταγωνίστριά μας που έκανε το λάθος να δυσπιστήσει για το θρύλο του Candyman. Ο τρομακτικός άντρας εμφανίζεται (όχι αμέσως βέβαια, να υπάρχει και σασπένς), κατασφάζει γνωστά της πρόσωπα μπροστά της και εξαφανίζεται με αποτέλεσμα η ηρωίδα μας να θεωρείται νούμερο 1 ένοχος από την αστυνομία που την καταδιώκει. Η άτυχη γυναίκα παρακινείται από τον Candyman να του παραδοθεί κάτι που συνεπάγεται το θάνατό της προκειμένου να λάβει τέλος το μαρτύριό της αλλά και των γύρω της. Μ’ αυτό τον τρόπο και οι δύο θα ζήσουν αιώνια ως θρύλοι που θα φοβίζουν τους ανθρώπους. Αλλά η πεισματάρα Helen δεν φαίνεται τόσο πρόθυμη γι’ αυτό…
Στη σκηνή που ο Candyman αποκαλύπτει τα σωθικά του, τοποθετήθηκαν αληθινές μέλισσες στο στόμα του Tony Todd. Η μόνη προφύλαξη για να μην κατέβουν οι μέλισσες στον οισοφάγο του ήταν μια μασέλα.
Αυτή η ιδιαίτερα πρωτότυπη υπόθεση συνοδεύεται από ένα σπουδαίο cast. Η γοητευτική Virginia Madsen (Sideways, The Number 23) ως Helen και ο Tony Todd ως Candyman (The Rock, The Man From Earth) αποτελούν ένα αντίπαλο δίδυμο-φωτιά με τη σύγκρουση τους να γίνεται όλο και πιο δραματική όσο κυλούν τα λεπτά. Ο Xander Berkeley (Terminator 2: Judgment Day, Gattaca) αν και σε λιγότερο σημαντικό ρόλο, συμπληρώνει ιδανικά το πρωταγωνιστικό δίδυμο. Η φιγούρα του Candyman που είναι και η πεμπτουσία του φιλμ δείχνει απειλητική αν και μερικούς μπορεί να τους ξενίσει σε σχέση με ό, τι έχουν δει στο παρελθόν στη θέση κακών, δαιμόνων, ή σατανικών πνευμάτων. Οι φόνοι που διαπράττει είναι αιματηροί αν και όχι πολλοί αριθμητικά. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι η ταινία προσπαθεί να το φιλοσοφήσει λίγο και να μην περιοριστεί στα τετριμμένα στεγανά του slasher. Έτσι λοιπόν δίνει βάθος στην ιστορία του Candyman, εκθέτει στο κοινό τις φτωχογειτονιές της πόλης με τις παραγκωνισμένες πολυκατοικίες και τον υπόκοσμο, πραγματεύεται το γοητευτικό θέμα των αστικών θρύλων και της τάσης των ανθρώπων να τους πιστεύουν ενώ από τα λεγόμενα και τις υποσχέσεις του Candyman στην Helen, επιχειρείται μια αλληγορική προσέγγιση της «αθανασίας» προσωπικοτήτων μέσω της διαιώνισης των θρυλικών διηγήσεων. Το πάντρεμα πραγματικότητας και φαντασίας επιχειρείται επίσης με ελαφρώς αδέξιο τρόπο αλλά μάλλον δεν γινόταν κι αλλιώς λαμβάνοντας υπόψη την ιδιόρρυθμη φύση της ιστορίας.
Μειονέκτημα πάντως (πέρα από λίγες σεναριακές ατέλειες) αποτελεί ο αργόσυρτος ρυθμός της ταινίας και η σχετικά καθυστερημένη έναρξη των συγκινήσεων μετά την εντυπωσιακή, αιματηρή εισαγωγή όπου εμφανίζεται για λίγο και ο Ted Raimi (αδερφός του Sam Raimi). Στα συν η καταπληκτική ατμοσφαιρική μουσική του Αμερικανού μουσικοσυνθέτη Philip Glass. Γενικά το «Candyman» είναι μια αξιολογότατη ταινία τρόμου που κατόρθωσε να καθιερώσει τον κακό της ως cult και «κλασικό» πετυχαίνοντας μάλιστα υψηλά έσοδα στο box office. Τα δύο sequel που ακολούθησαν στη δεκαετία του ’90 προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τη φήμη του πρώτου φιλμ αλλά δυστυχώς δεν τα κατάφεραν.