Ας ξεκινήσουμε με τις αλλαγές που θα βελτίωναν τη κινηματογραφική μας εμπειρία, αν μπορούσαμε να γυρίσουμε το χρόνο πίσω. Οι κεντρικές ιδέες και κάποιες πρωτότυπες πινελιές φαίνονται πολλά υποσχόμενες. Όμως, το σενάριο έπρεπε να δουλευτεί με μεγαλύτερη συνοχή, να δομηθούν πιο ολοκληρωμένοι χαρακτήρες και να γραφτούν πιο αιματηροί θάνατοι. Πάνω απ’όλα, τα γερά χαρτιά της ταινίας, εννοώντας τον Lt. Sterne (Cameron Mitchell) και τον Εβραίο επιζώντα Abraham Weiss (Marc Lawrence), θα έπρεπε να έχουν περισσότερο screen time. Δυστυχώς, οι δύο έμπειροι ηθοποιοί αναλώνονται σε άσκοπες σκηνές χωρίς να επιτυγχάνουν τους στόχους τους.
Επιπλέον, το λάθος casting της Faith Clift που υποδύεται την Claire, την αφοσιωμένη καθολική σύζυγο του άθεου συγγραφέα James Ηanson (Richard Moll) δημιουργεί πολλά προβλήματα αφού η άνευρη και απρόσωπη ερμηνεία της δεν πείθει και αντιθέτως καταδικάζει την πορεία της ταινίας. Αντιθέτως, ο Richard Moll ,σύζυγος της και συγγραφέας του “God is dead” (ως ένας σύγχρονος Nietzsche) είναι αρκετά πιο πειστικός παριστάνοντας τον κλασικό ορθολογιστή με παρωπίδες. Καθ’όλη τη διάρκεια της ταινίας, υπάρχει και ο αρχέτυπος υπερασπιστής του καλού, ο μοναχός Papini (Maurice Grandmaison), που προσπαθεί να σώσει τον James και τη γυναίκα του από τις δυνάμεις του διαβόλου. Ο χαρακτήρας του μπορεί να μην είναι βασικός αλλά είναι καταλυτικός αφού ανοίγει το δρόμο για τη τελική σύγκρουση.
To πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό της ταινίας είναι η επιλογή του ηθοποιού που ενσαρκώνει τον Οlivier (Robert Bristol). Ειλικρινά, ο εν λόγω ηθοποιός (με μόνο 2 ταινίες στο ενεργητικό του) εκφράζει την πεμπτουσία της αλαζονείας, της διαβολικότητας και της ακολασίας, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια. Η κάμερα απλά λατρεύει τη παρουσία του και μακάρι να είχε περισσότερες σκηνές στη ταινία. Τα γεμάτα τοξωτά του φρύδια, τα φιδίσια του μάτια και η δομή του προσώπου του ταιριάζουν απίστευτα στο ρόλο του πλούσιου και σατανικού εργένη.
Μια compact version της ταινίας εμφανίζεται στην ανθολογία “Night Train to Terror” (1985) του ίδιου σκηνοθέτη.
Η ταινία πέρασε τα πάνδεινα κατά τη διάρκεια του montage γι’αυτό και υπάρχουν 4-5 διαφορετικές versions κυμαινόμενες από 82-94 λεπτά.
Το highlight του soundtrack είναι το τραγούδι “I’m your lover” του Billy Kirkland. Κλασικό 80’s χορευτικό τραγουδάκι που κολλάει στο μυαλό.
Βέβαια, το σεναριακό highlight της ταινίας είναι το τέλος, που αποκλίνει κατά πολύ από το σύνολο των horror ταινιών. Με ένα αναπάντεχο τρόπο, τα τελευταία 10 λεπτά της ταινίας χτίζουν ανέλπιστο suspense που στη κορύφωση του ικανοποιεί τον θεατή που έχει απογοητευτεί με τη ανύπαρκτη δεινότητα των σεναριογράφων. Σε τελική ανάλυση, ο εφιάλτης είναι σεναριακά αδύναμος και ερμηνευτικά περιορισμένος αλλά η βασική ιστορία, κάποιοι συγκεκριμένοι ηθοποιοί και η γενικότερη ατμόσφαιρα του προσφέρει την απαραίτητη ευχαρίστηση στο κοινό που απευθύνεται.