Από τις καλές περιπτώσεις του άνισου και διπρόσωπου βρετανικού κινηματογράφου θρίλερ/τρόμου. Το «Exam» κινείται περισσότερο σε οδούς ψυχολογικού θρίλερ αγωνίας ικανοποιώντας πάντως τον μέσο horror fan. Σαν φιλμ ακολουθεί την παράδοση των κλειστοφοβικών θρίλερ όπως το «Cube», το «House Of 9» ή το «The Killing Room». Δεν έχουμε να κάνουμε όμως με κάποια ξεδιάντροπη ή ανούσια απομίμηση εδώ, αλλά για μια δημιουργική δουλειά η οποία με αιχμή του δόρατος ένα ευφυές σενάριο, πλαισιωμένη από σοβαρούς ηθοποιούς και συνεχές σασπένς, κερδίζει τον θεατή σχετικά εύκολα.
Δεν παίρνουμε πολλές πληροφορίες για το background του διαγωνισμού και της οργανώτριας εταιρείας. Οι 8 υποψήφιοι εισέρχονται στη μικρή αίθουσα, κάθονται στα θρανία τους με τα χαρτιά της εξέτασης και ο εισηγητής ανακοινώνει με σαφήνεια τους αυστηρούς αλλά και ξεκάθαρους κανονισμούς που οι υποψήφιοι πρέπει να τηρήσουν προκειμένου να συνεχίσουν στο διαγωνισμό. Ένας ένοπλος, ένστολος φρουρός με βλοσυρό ύφος, στέκεται δίπλα στην πόρτα και πετάει έξω οποιονδήποτε παραβάτη, βάζοντας ταφόπλακα στα όνειρά του για την πολυπόθητη θέση. Ο διαθέσιμος χρόνος είναι 80 λεπτά. Σύντομα καθίσταται σαφές ότι η απάντηση στο θέμα της εξέτασής τους είναι περισσότερο περίπλοκη απ’ όσο νόμιζαν και θα πρέπει να προβούν σε ενέργειες που ούτε θα φαντάζονταν προκειμένου να φτάσουν σ’ αυτή. Βέβαια η συνεργασία που επιχειρούν αποδεικνύεται εύθραυστη καθώς η καχυποψία, τα προσωπικά κολλήματα και οι μηχανορραφίες παραμονεύουν διαρκώς και εκδηλώνονται εύκολα σ’ αυτό το ιδιόμορφο θέατρο του παραλόγου.
Το φιλμ έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Εδιμβούργου τον Ιούνιο του 2009 και στη συνέχεια αποτέλεσε μέρος του Raindance Film Festival. Επίσης διασκευάσθηκε και για το θέατρο με την πρώτη παράσταση να λαμβάνει χώρα στο Manchester τον Σεπτέμβρη του 2012.
Από τις πρώτες στιγμές το φιλμ καθίσταται συμπαθητικό κυρίως λόγω του μυστηρίου και του σασπένς που αναδίδει. Το ασφυκτικό περιβάλλον εντός του μικρού δωματίου βοηθά στη διατήρηση των παραπάνω όπως και οι αυστηρότατες εντολές που δίνονται από τον εισηγητή. Η αντίστροφη μέτρηση του χρόνου των διαγωνιζόμενων εντείνει με τη σειρά της το άγχος του θεατή ο οποίος τρώει τα νύχια του πασχίζοντας να βρει απαντήσεις για όσα αλλόκοτα συμβαίνουν μπροστά στην οθόνη του. Οι αποκαλύψεις θα έρθουν αλλά δυστυχώς αποδεικνύονται κατώτερες των προσδοκιών – γεμάτες υπεραπλουστεύσεις και «ευκολίες». Το σενάριο σημειώνει απότομη πτώση από άποψης ευρηματικότητας χωρίς πάντως να γκρεμίζει το σφιχτοδεμένο οικοδόμημα που είχε υψωθεί μέχρι εκείνες τις κρίσιμες στιγμές προς το φινάλε. Οπωσδήποτε καλοδεχούμενη προσθήκη στα θρίλερ μυστηρίου και στα ψυχολογικά θρίλερ γενικότερα.