Ο υπερδραστήριος Wes Craven έχει γράψει και σκηνοθετήσει αυτό το νεανικό υπερφυσικό θριλεράκι με τον κλισαρισμένο τίτλο. Επόμενο είναι λοιπόν να δημιουργούνται υψηλές προσδοκίες από τους λάτρεις του horror αφού το διαμέτρημα του Αμερικανού κινηματογραφιστή στη σκηνή του τρόμου είναι πολύ μεγάλο. Να που όμως ο σπουδαίος σκηνοθέτης απογοητεύει το κοινό του με ένα φιλμ κάτω του μετρίου και μάλλον από τα χειρότερα της μακράς καριέρας του.
Η παράξενη υπόθεση του «My Soul To Take» περιστρέφεται γύρω από έναν ψυχοπαθή δολοφόνο που τρομοκρατεί την πόλη Riverton. Ύστερα από αιματηρές προσπάθειες η αστυνομία θα καταφέρει τελικά να τον συλλάβει αλλά κατά την μεταφορά του στο νοσοκομείο το ασθενοφόρο ανατρέπεται και τα ίχνη του μανιακού χάνονται δια παντός. Δεκαέξι χρόνια μετά, ο θρύλος γύρω από τον περιβόητο Αντεροβγάλτη καλά κρατεί. Λέγεται ότι θα επέστρεφε για να σκοτώσει τα 7 παιδιά που γεννήθηκαν τη νύχτα του θανάτου του, είτε ο ίδιος είτε μέσω των ψυχών των παιδιών. Όταν ένας ένας οι ντόπιοι έφηβοι που γεννήθηκαν εκείνη την ημέρα εξαφανίζονται, ο Αντεροβγάλτης επανέρχεται ως νούμερο ένα απειλή για την περιοχή, κινητοποιώντας ξανά τις αρχές αλλά και ορισμένους εκ των εφήβων που προσπαθούν να προφυλαχτούν και να μάθουν περισσότερα για την πραγματική ταυτότητα του φονιά.
Πρόκειται για την πρώτη ταινία της οποίας το σενάριο και τη σκηνοθεσία ανέλαβε ο Craven μετά το πολύ καλό «New Nightmare» του 1994. Ο τίτλος είναι απόσπασμα της διαδεδομένης παιδικής νυχτερινής προσευχής «Now I lay me down to sleep».
Με μια πρώτη ματιά είναι σαφής η πρόθεση του Craven να χρησιμοποιήσει υλικά κατασκευής από τα κλασικά «Nightmare on Elm Street» και «Scream» για να οικοδομήσει την πλοκή της ταινία του. Δυστυχώς όμως, παρά την πρόθεση του σκηνοθέτη, το φιλμ δείχνει τρύπιο και άναρχο, ειδικά στο μπερδεμένο σενάριο που χωλαίνει φανερά, οδηγώντας σε τραγικά αποτελέσματα. Η προσπάθεια να καθιερώσει άλλον έναν κλασικό «κακό» όπως έκανε κάποτε με τους Freddie Krueger και Ghostface αποτυγχάνει παταγωδώς και ο «Αντεροβγάλτης» του «My Soul to Take» θα είναι από τους πιο αδιάφορους και ανέμπνευστους δολοφόνους στην παράδοση του κινηματογραφικού τρόμου. Ο Craven έχει προσθέσει λίγες καλές κωμικές σκηνές αλλά και κάποιες υπερβολικά τραβηγμένες και ψεύτικες όπως το ξυλοφόρτωμα του πρωταγωνιστή από την τσαμπουκαλεμένη αδερφή του στο σπίτι τους. Κανένας από τους χαρακτήρες δεν κερδίζει τις εντυπώσεις και σύντομα ξεχνιούνται από τη συλλογική μνήμη των horror fans.