Γενικά οι ταινίες τρόμου που στο ρόλο του θύτη βρίσκεται κάποιο ζώο (π.χ. σκυλί, κροκόδειλος κλπ) είναι αμφιλεγόμενες. Κάποιες φορές είναι πολύ έντονες και συγκλονίζουν παρουσιάζοντάς μας πειστικά τη δυναμική που μπορεί να αναπτύξει ένα «κατώτερο» σε σχέση με τον άνθρωπο πλάσμα της φύσης, ενώ κάποιες άλλες αποδεικνύονται πολύ μέτριες έως γελοίες όταν ξεπερνούν ορισμένα λογικά όρια και το ζώο-δολοφόνος μετατρέπεται σε super φονική μηχανή που καταφέρνει απίστευτες υπερβάσεις.
Θα έλεγα ότι το Shakma βρίσκεται κάπου στη μέση. Σπάνια περίπτωση αλλά να που συμβαίνει. Εδώ στο ρόλο του κτηνώδους (στην κυριολεξία) δολοφόνου βρίσκεται ένας μπαμπουίνος με το όνομα Shakma ο οποίος ύστερα από ένα αποτυχημένο πείραμα στον εγκέφαλό του, ανέπτυξε εξαιρετικά άγριες και λυσσώδεις διαθέσεις, έτοιμος να σκοτώσει οποιονδήποτε βρεθεί στο δρόμο του. Στο ερευνητικό κέντρο όπου πραγματοποιήθηκε το ατυχές πείραμα, μια ομάδα φοιτητών μαζί με τον καθηγητή τους αποφασίζουν να παίξουν ένα παιχνίδι ρόλων κατά τη διάρκεια της νύχτας και κλειδώνονται στο κτίριο.
Τα γυρίσματα έγιναν στο Orlando της Florida. Το φιλμ είναι επίσης γνωστό ως «Panic In The Tower» και «Nemesis».
Μοιραίο λάθος καθώς ο μέχρι τώρα ναρκωμένος μπαμπουίνος ξυπνά, απελευθερώνεται και ορμά για να εξολοθρεύσει τα υποψήφια θύματά του. Έτσι λοιπόν, ένας ένας οι διάφοροι συμμετέχοντες ενώ σουλατσάρουν στο κτίριο στα πλαίσια του βαρετού παιχνιδιού τους, δέχονται αιματηρές επιθέσεις από το εξαγριωμένο ζώο μέχρι που δύο απ’ αυτούς καταλαβαίνουν τι συμβαίνει και προσπαθούν να ειδοποιήσουν τους άλλους αλλά και να γλιτώσουν οι ίδιοι από τα κοφτερά δόντια του επικίνδυνου πρωτεύοντος.
Η υπόθεση πράγματι δεν είναι κάτι ιδιαίτερο και όλο το ζουμί βρίσκεται στις επιθέσεις του Shakma οι οποίες αφήνουν μπόλικες κηλίδες αίματος και ξεσκισμένα ανθρώπινα κορμιά, καθώς και στο αγωνιώδες κρυφτοκυνηγητό εντός του κτιρίου. Σίγουρα η επιλογή του συγκεκριμένου ζώου είναι πετυχημένη καθώς η μανία με την οποία κυνηγάει και επιτίθεται στα θύματά του είναι εντυπωσιακή. Εκεί που χάνει η ταινία είναι στον αργό ρυθμό και στο καθυστερημένο ξεκίνημα της δράσης (μετά την πάροδο 25 λεπτών). Θα μπορούσαν επίσης οι δημιουργοί να βελτιώσουν τις σκηνές των επιθέσεων, κάνοντάς τες λιγότερο διακριτικές διότι στις περισσότερες περιπτώσεις βλέπουμε τα ματωμένα πτώματα μετά την επίθεση και περιορισμένο ή καθόλου αιματοκύλισμα την ίδια στιγμή που εκτυλίσσεται αυτή. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι τέτοιες ταινίες ποιοτικά μπορούν να φτάσουν μέχρι ένα περιορισμένο ταβάνι σε σχέση με άλλα φιλμ τρόμου (με ελάχιστες ίσως εξαιρέσεις), το Shakma τα κατάφερε σχετικά καλά, αν και θα μπορούσε πολύ καλύτερα.