Μετά την μεγάλη καθυστέρηση της Lionsgate να κυκλοφορήσει νέες ταινίες στο franchise του «The Texas Chainsaw Massacre» μετά το «Leatherface» του 2017, τα δικαιώματα χάθηκαν και αποκτήθηκαν από την Legendary Pictures. Αρχές του 2022 λοιπόν έφτασε το «Texas Chainsaw Massacre». Όχι στις κινηματογραφικές αίθουσες όπως ήταν αρχικά προγραμματισμένο αλλά μέσω της πλατφόρμας του Netflix.
Η ιστορία του ένατου αυτού φιλμ του franchise ξεκινάει 50 περίπου χρόνια μετά τα τραγικά γεγονότα του 1973. Θεωρείται δηλαδή συνέχεια της αρχικής ταινίας με τα συμβάντα στα προηγούμενα sequels να εντάσσονται στη χρονική ροή χωρίς να δημιουργούν πρόβλημα στις φρέσκιες εξελίξεις που βλέπουμε εδώ. Αυτές αφορούν μια παρέα νεαρών ατόμων με ιδεαλιστικό ταπεραμέντο που μεταβαίνουν σε μια απομακρυσμένη, μικρή πόλη φάντασμα των ΗΠΑ.
Έχοντας αποκτήσει τα εγκαταλελειμμένα κτίρια, οι νέοι ετοιμάζουν δημοπρασία και σόου για τους καλεσμένους τους. Λογάριασαν όμως χωρίς τον ξενοδόχο. Σε ένα από τα κτίρια της πόλης κατοικεί ακόμα μια ηλικιωμένη γυναίκα με τον τεράστιο και αμίλητο γιο της. Οι νέοι αποφασίζουν να διώξουν την γυναίκα και τον γιο της με τη βοήθεια της αστυνομίας. Όμως η επιχείρηση της έξωσης δεν κυλάει ήπια. Μια απρόσμενη εξέλιξη προκαλεί την οργή του γιου της ηλικιωμένης. Ναι, σωστά καταλάβατε: ο Leatherface είναι και πάλι εδώ. Έτοιμος να διαμελίσει νέα θύματα και να μετατρέψει το σόου σε εφιάλτη για όλους!
Ο John Larroquette υποδύεται τον αφηγητή στο παρόν φιλμ όπως έκανε και στο original φιλμ του 1974.
Το μεγάλο highlight του φιλμ είναι αναντίρρητα το λουτρό αίματος. Μιλάμε για αναρίθμητους φόνους, με τους περισσότερους να απεικονίζονται λεπτομερώς τινάζοντας τον δείκτη του σοκ στα ύψη. Σάρκες πετσοκόβονται σαδιστικά με το τρομακτικό αλυσοπρίονο του ασταμάτητου Leatherface και το αίμα ρέει ποτάμι. Άλλες φορές χρησιμοποιούνται διαφορετικά μέσα θανάτωσης όπως μαχαίρια, μπαλτάδες, βαριοπούλες ακόμα και…τα ίδια τα οστά των θυμάτων! Οι εφιαλτικές στιγμές μέσα στο πούλμαν όπου ένας ένας οι επιβάτες παίρνουν σειρά ως πρόβατα επί σφαγή είναι αυτό που λέμε «σκηνή ανθολογίας».
Με άλλα λόγια το «Texas Chainsaw Massacre» είναι μια ωδή στην λυσσώδη βία. Ένας slasher οδοστρωτήρας που σαρώνει τα πάντα στο πέρασμά του. Πουθενά δεν δείχνει έλεος. Χαρακτήρες που νόμιζες ότι μπορεί να την βγάλουν καθαρή τίθενται στην πρώτη γραμμή του κινδύνου. Κανείς δεν εξαιρείται από την δολοφονική οργή του κτηνώδους Leatherface. Αν λοιπόν είστε λάτρης του splatter και του slasher θα ενθουσιαστείτε από την απίστευτα βίαιη εικόνα του έργου.
Αρκεί όμως το slasher στοιχείο και η συνεχόμενη αιματοχυσία για να κερδίσουν τον θεατή; Αρκούν για να δικαιολογήσουν την ύπαρξη του φιλμ ως συνέχεια ενός διαχρονικού θρύλου που δημιούργησε ολόκληρη σχολή; Η απάντηση σε αυτό είναι αρνητική. Το «Texas Chainsaw Massacre» δεν διαθέτει τη μαγιά, την αίσθηση απειλής, την σαπισμένη ατμόσφαιρα και την ευρηματικότητα του κλασικού φιλμ του 1974. Θα μπορούσε ίσως να λειτουργήσει αποτελεσματικά ως ανεξάρτητο δημιούργημα προτάσσοντας έναν καινούριο «κακό» στο πλαίσιο μιας εντελώς διαφορετικής ιστορίας αποκομμένης από τον κόσμο του «Σχιζοφρενή Δολοφόνου με το Πριόνι».
Πολλοί θα βρουν αυτό το sequel εντελώς αχρείαστο. Η άποψη αυτή είναι κατανοητή. Από την άλλη αξίζει να θυμηθούμε ότι και το sequel του 1986 δεν ήταν κάτι φοβερό ώστε να το προτιμήσουμε έναντι του τωρινού. Όπως και να το δούμε, το «Texas Chainsaw Massacre» θα παραμείνει αμφιλεγόμενο και πολλοί θα το απορρίψουν με βδελυγμία. Προσωπικά δεν πιστεύω ότι ήταν τόσο αδύναμο αλλά ήθελε περισσότερη δουλειά στο σενάριο, τους χαρακτήρες και την ατμόσφαιρα για να δικαιολογήσει καλύτερα την ένταξή του στην ιστορία του Leatherface.
Η επαναφορά της επιζώσας Sally Hardesty από το αρχικό φιλμ εν είδει εκδικητή που κυνηγάει τον νεανικό της εφιάλτη, μου φάνηκε κάπως πρόχειρη και καταχρηστική. Καταλαβαίνω ότι οι σεναριογράφοι επιθυμούσαν να δώσουν έναν νοσταλγικό τόνο στη δουλειά τους, όμως οι χαρακτήρες παραήταν πολλοί για να χωρέσει και η Sally, πόσο μάλλον όταν το background της αποδίδεται με βιασύνη και ελλείψεις.
Ένα ακόμα ατόπημα του φιλμ είναι η υπερβολική σωματική δύναμη και αντοχή που δίνει στον Leatherface. Σίγουρα δεν είναι το μοναδικό φιλμ που ακολουθεί την εν λόγω παράλογη τακτική -το έχουν κάνει ήδη πολλά slasher από τα 80s- αλλά ο θεατής πάντα θα ενοχλείται όταν ο ανταγωνιστής μοιάζει να έχει υπερδυνάμεις. Λίγη απλότητα δεν θα έβλαπτε πιστεύω. Στα θετικά στοιχεία πέρα από το gore θα συμπεριλάμβανα την γενικότερα αγωνιώδη εξέλιξη που σε κρατάει σε αναμμένα κάρβουνα και την σβελτάδα της πλοκής. Μπορεί να χαλιέσαι από αυτά που βλέπεις αλλά τουλάχιστον δεν κουράζεσαι.
Κάντε λοιπόν προσεκτικά την επιλογή σας με την συγκεκριμένη ταινία. Αν προσπαθήσετε να την δείτε κάπως «αποκομμένα», περιορίζοντας τις απαιτήσεις και αποφεύγοντας τις συγκρίσεις με το παρελθόν, ενδεχομένως να το απολαύσετε για τη βία, τη δράση και την αγωνία του. Α, και για εκείνο το απόκοσμο μουσικό θέμα του τελειώματος. Ήρθε από το πουθενά αλλά με άγγιξε.