Το «The Midnight Club» υπήρξε από τις πιο δημοφιλείς και ενδιαφέρουσες σειρές τρόμου που εντάχθηκαν στο μενού του Netflix μέσα στο 2022. Βασισμένο στο ομότιτλο βιβλίο του Christopher Pike από το 1994 καθώς και σε άλλα βιβλία του ιδίου, ενίσχυσε το anthology ιδίωμα στον χώρο του τρόμου το οποίο φαίνεται να κερδίζει όλο και περισσότερους φίλους. Δημιουργός της σειράς είναι ο καταξιωμένος Mike Flanagan, ο άνθρωπος πίσω από σπουδαίες ταινίες τρόμου του μοντέρνου horror κινηματογράφου όπως «Gerald’s Game» (2017), «Doctor Sleep» (2019) και «Oculus» (2013).
Το «The Midnight Club» αποτελείται από 10 επεισόδια διάρκειας περίπου μίας ώρας. Συνδυάζει τρόμο, δράμα και μυστήριο τόσο στην κυρίως ιστορία του όσο και στις επιμέρους ιστορίες που διηγούνται οι πρωταγωνιστές του. Η υπόθεση ακολουθεί 8 νεαρά άτομα με ανίατες ασθένειες που έχουν εισαχθεί σε ένα άσυλο ανιάτων με μυστηριώδες παρελθόν. Τα μυστικά του χώρου προσπαθεί να εξιχνιάσει η Ilonka, η πιο πρόσφατη ασθενής που εισήχθη στο ίδρυμα με τη βοήθεια ενός ακόμα τρόφιμου. Παράλληλα μια αλλόκοτη γυναίκα που ζει στο κοντινό δάσος πιάνει φιλία με την Ilonka δίνοντάς της πληροφορίες για το άσυλο και ζητώντας της κάποια περίεργα tasks.
Πέρα απ’ αυτά, οι νεαροί τρόφιμοι έχουν τα δικά τους μυστικά αφού κάθε βράδυ γύρω στα μεσάνυχτα, γλιστράνε κρυφά στην βιβλιοθήκη του κτιρίου, ανάβουν φωτιά και διηγούνται ένας ένας κάθε φορά από μια τρομακτική ιστορία. Επίσης έχουν δώσει υπόσχεση ότι ο επόμενος που θα πεθάνει θα δώσει κάποιο αναμφισβήτητο σημάδι για τη ζωή στον άλλο κόσμο, αν φυσικά υπάρχει…
Η ηθοποιός που υποδύεται την κοπέλα με το κομμένο πόδι στο καροτσάκι είναι και στην πραγματικότητα ΑΜΕΑ. Είχε πάρει την απόφαση να κόψει το πόδι της χειρουργικά μετά από ένα σπάσιμο στα 15 της που της προκαλούσε επιπλοκές.
Η κύρια πλοκή είναι οπωσδήποτε ενδιαφέρουσα. Εμπλουτισμένη με μυστήριο, σασπένς και τρομακτικές supernatural φιγούρες, καθηλώνει τον αναγνώστη. Η αγωνίας μας μεγαλώνει όλο και περισσότερο μέχρι το φινάλε. Εκεί τα πράγματα χαλάνε κάπως και η αίσθηση που μένει είναι μάλλον γλυκόπικρη. Η ιστορία δεν υποστηρίχτηκε από ανάλογα ποιοτικές απαντήσεις με τις ελλείψεις να είναι εμφανέστατες. Τουλάχιστον απολαύσαμε το υπόλοιπο μέρος.
Όσον αφορά τις ιστορίες που διηγούνται τα παιδιά και αποτελούν τον λόγο που η συγκεκριμένη σειρά είναι εν μέρει ανθολογία, μπορώ να πω σε γενικές γραμμές ότι είναι άνω του μετρίου με εξαίρεση την πρώτη ιστορία με τις αλλεπάλληλες jump scares. Το εν λόγω segment μάλλον ήθελε να κριτικάρει τη συγκεκριμένη, ευτελή τακτική των horror κινηματογραφιστών παρά να μας αφηγηθεί μια σοβαρή, ολοκληρωμένη horror ιστορία.
Από τις ιστορίες/segments ξεχώρισα αυτήν στο δεύτερο επεισόδιο (The Two Danas) που καταπιάνεται με το μοτίβο του σωσία όπως έχει κάνει στο παρελθόν και ο μεγάλος Edgar Allan Poe στα διηγήματά του. Ήταν μια ιστορία διδακτική και ανατριχιαστική ταυτόχρονα με σοκαριστικές στιγμές όπως το σπάσιμο του ποδιού της ηρωίδας μπαλαρίνας. Η τραγική ειρωνεία και το κλασικό προειδοποιητικό μήνυμα του «πρόσεχε τι εύχεσαι» ήταν οι στυλοβάτες της πλοκής.
Ξεχώρισα επίσης την ιστορία «See You Later» από το 5ο επεισόδιο με τον post-apocalyptic χαρακτήρα της και τα sci-fi στοιχεία. Στοιχεία επιστημονικής φαντασίας είχε και η αξιόλογη ιστορία του 9ου επεισοδίου (The Eternal Enemy) με το βίντεο που προβλέπει το μέλλον. Η ιστορία που διηγείται ένας από τους βασικούς πρωταγωνιστές με τον Serial Killer και τα φαντάσματα των θυμάτων του ήταν δυναμική μέχρι πριν το τελείωμά της όπου κάπου χάθηκε η έμπνευση και μας προσγείωσε λίγο απότομα.
Μου άρεσε αρκετά και η ιστορία «Gimme A Kiss» που παρακολουθούμε στο τέταρτο επεισόδιο η οποία αποτελεί ένα σύντομο φιλμ noir με συγκλονιστικές ανατροπές στην πλοκή της και ασπρόμαυρη φωτογραφία που γοητεύει. Αυτή η ποικιλία στο ύφος και το στιλ των ιστοριών είναι ένα από τα πιο δυνατά στοιχεία του «The Midnight Club» και συμβάλλουν στην διατήρηση του ενδιαφέροντος μαζί με την μυστηριώδη κεντρική αφήγηση γύρω από τον πραγματικό ρόλο του ασύλου ανιάτων.
Εκτός από τα τρομακτικά στοιχεία, το «The Midnight Club» γίνεται ιδιαίτερα συγκινητικό όταν επικεντρώνεται στις ασθένειες των παιδιών του ασύλου. Η μάχη που δίνουν καθημερινά με τον άνισο εχθρό είναι μεν ψυχοφθόρα αλλά η θέληση για ζωή παραμένει ισχυρή. Οι φορτισμένοι διάλογοι πάνω στο θέμα μπορούν να προκαλέσουν ακόμη και δάκρυα στους θεατές. Οι αληθοφανείς ερμηνείες όλων εντείνουν την δραματική ατμόσφαιρα. Ναι, είναι λίγο βαρύ το show αλλά αξίζει τον κόπο. Αν μη τι άλλο μπορεί να το δει κανείς ως δίδαγμα που σε κάνει να εκτιμήσεις την αξία της ζωής.