Το remake αυτό της κλασικής ταινίας «The Wolfman» του 1941 έχει προκαλέσει ανάμεικτες εντυπώσεις σε κοινό και κριτικούς με την παλάντζα να γέρνει μάλλον προς τις αρνητικές παρά στις θετικές. Ακόμα και στο εμπορικό σκέλος απέτυχε αφού δεν κατάφερε να ξεπεράσει τον προϋπολογισμό του από την προβολή τους στις αίθουσες. Σημαίνουν άραγε όλα αυτά ότι το «The Wolfman» είναι κακή ταινία; Επιχειρώντας την εξέταση της ταινίας μακριά από συγκρίσεις και σχόλια τρίτων, διαπιστώνω με σιγουριά πως όχι. Αντιθέτως πρόκειται για μια διασκεδαστική ταινία τρόμου και καλοδεχούμενη συνεισφορά στην υποκατηγορία των werewolf horror movies.
Ο Benicio del Toro -υπό την ονομασία Lawrence Talbot- επιστρέφει στο χωρίο που γεννήθηκε για να ερευνήσει τον αποτρόπαιο θάνατο του αδερφού του Ben Talbot. Τα ασυνήθιστα βίαια τραύματα του θύματος προκαλούν σύγχυση, με τους δεισιδαίμονες χωρικούς να διχάζονται στα πηγαδάκια τους μεταξύ υπερφυσικού κτήνους και φρενοβλαβή δολοφόνου ως υπαίτιου της σφαγής. Παράλληλα επιδεικνύουν φοβίες και έχθρα για τους Τσιγγάνους που έχουν κατασκηνώσει στο κοντινό δάσος. Ο πατέρας του Lawrence (Anthony Hopkins) υποδέχεται τον γιό του στο τεράστιο αρχοντικό τους και είναι φανερό ότι οι δύο άντρες δεν έχουν και την καλύτερη σχέση.
Στο ίδιο σπίτι εκτός από το υπηρετικό προσωπικό διαμένει και η -χήρα πλέον- αρραβωνιαστικιά του νεκρού Ben υποδυόμενη από την Emily Blunt. Η οικογένεια των Talbot θεωρείται καταραμένη από τους χωρικούς και σ’ αυτό έχει παίξει ρόλο και η αυτοκτονία της μητέρας του Lawrence στο παρελθόν, ένα γεγονός που ο πρωταγωνιστής δεν φαίνεται να έχει ξεπεράσει. Ένα βράδυ που ο Lawrence επισκέπτεται τον καταυλισμό των Τσιγγάνων προς αναζήτηση απαντήσεων ένα τριχωτό κτήνος επιτίθεται στον καταυλισμό σκοτώνοντας πολλούς παρευρισκόμενους και δαγκώνοντας τον Lawrence στον ώμο.
Το «The Wolfman» πέρασε από χίλια κύματα και αναβολές μέχρι να προβληθεί στους κινηματογράφους. Αρχικά ήταν προγραμματισμένο να ξεκινήσει το 2007 αλλά λόγω φυγής του αρχικού σκηνοθέτη μετατέθηκε για τον Φεβρουάριο του 2009 μέχρι να το αναλάβει άλλος. Πήρε νέα παράταση μέχρι το Νοέμβρη του ίδιου έτους και τελικά παίχτηκε το 2010.
Ο Lawrence σώζεται χάρη στην έγκαιρη επέμβαση μιας ομάδας ένοπλων ντόπιων και μεταφέρεται αρχικά στον καταυλισμό και κατόπιν στο σπίτι του. Αλλά κάτι περίεργο και μη αναστρέψιμο θα αρχίσει να συμβαίνει στον ήρωά μας. Οι πληγές του θεραπεύονται με αφύσικα γρήγορο ρυθμό και όταν πλησιάζει πανσέληνος αισθάνεται το κτήνος να ξυπνά μέσα του. Ο νεαρός άνδρας μολύνθηκε με την «κατάρα» της λυκανθρωπίας και αλίμονο σε όποιον άτυχο βρεθεί μπροστά του. Μήπως όμως κρύβεται κάτι ακόμα πιο σατανικό στο χωριό; Και πώς προήλθε αυτή η κατάρα; Στο χωρίο καταφθάνει και ένας αποφασιστικός ντετέκτιβ της Σκότλαντ Γιαρντ (Hugo Weaving) για να συλλάβει τον αιμοβόρο δράστη.
Το σενάριο στηρίζεται εν μέρει στο κλασικό φιλμ αλλά υπάρχουν και σημαντικές διαφοροποιήσεις. Το λαμπερό cast εγγυάται σοβαρό acting και τα σύγχρονα εφέ προσφέρουν απολαυστικές μεταμορφώσεις όπως και εντυπωσιακές σκηνές σφαγής και δράσης. Πράγματι οι σκηνές μεταμορφώσεων είναι εκπληκτικές (με τη βοήθεια CGI) ενώ το μακιγιάζ που έχει επιμεληθεί ο μετρ Rick Baker δίνει έναν αέρα κλασικούρας αφού ο λυκάνθρωπος φέρνει πολύ στις παλιές μορφές λυκανθρώπων όπως του original «The Wolfman» ή του «Curse of the Werewolf» (1961).
Από ατμόσφαιρα το φιλμ τα πάει περίφημα έχοντας ένα γοτθικό στιλ που θυμίζει παλιομοδίτικη ταινία της Hammer και μια υπέροχη σκοτεινή και ομιχλώδη φωτογραφία, ιδανική για το ξετύλιγμα μιας ιστορίας λυκάνθρωπου. Συναντάμε και λίγες επιρροές από το υπερκλασικό «An American Werewolf In London» ιδίως στη σκηνή που ο Lawrence υπό την λυκανθρωπική φύση του σπέρνει τον πανικό στους δρόμους του Λονδίνου.
Το σενάριο δεν είναι απαλλαγμένο από προχειρότητες και κλισέ, στέκεται όμως σε αξιοπρεπή επίπεδα. Επίσης, το φιλμ αποτυγχάνει στην προσπάθεια να φανεί συναισθηματικό. Υπολογίζοντας όλα τα παραπάνω μπορώ να πω ότι γενικά το «The Wolman» με άφησε ικανοποιημένο αν και όχι απόλυτα. Δεν αξίζει πάντως το θάψιμο που έχει δεχθεί κατά καιρούς.