Τι να πεις για τις ιστορίες του ενός και μοναδικού Stephen King; Όλες καθηλωτικές, γεμάτες τρόμο και αγωνία, κάθε σκηνή παρουσιάζεται με μεγάλη γλαφυρότητα. Το «Salem’s Lot» είναι το δεύτερο βιβλίο του King. Το σενάριο γράφτηκε για την τηλεόραση από τον Paul Monach και σκηνοθετήθηκε από τον Tobe Hooper. Και οι δυο ακολουθούν την ατμόσφαιρα του βιβλίου σε αρκετά ικανοποιητικό βαθμό, κάτι που δεν συμβαίνει συχνά και με άλλα βιβλία του King που έγιναν ταινίες.
Ένας συγγραφέας επιστρέφει στην γενέτειρα του μετά από πολλά χρόνια απουσίας, για να γράψει το καινούργιο του βιβλίο που αφορά ένα στοιχειωμένο σπίτι στην πόλη. Παράλληλα, στην πόλη κάνουν την εμφάνιση τους δυο κοσμοπολίτες έμποροι με αντίκες, ο Straker και ο Barlow, όπου ξεκινούν να στήνουν την επιχείρησή τους. Όμως, μόνο ο ένας από αυτούς εμφανίζεται στο κοινό ενώ η παρουσία του άλλου καλύπτεται από πέπλο μυστηρίου μιας και δεν εμφανίζεται ποτέ. Και κάπως έτσι ξεκινάνε να συμβαίνουν περίεργα πράγματα στην πόλη. Εξαφανίσεις μικρών παιδιών, αιφνίδιοι και αδικαιολόγητοι θάνατοι.
Δεν πρόκειται να αποκαλύψω κάτι παραπάνω και να χαλάσω τις εκπλήξεις που κρύβει το «Salem’s Lot». Η ταινία βλέπεται «μονορούφι». Η όλη ατμόσφαιρα της αποπνέει τρόμο, χωρίς όμως να δείχνει κάτι τρομακτικό, τουλάχιστον στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας. Οι ηθοποιοί είναι εξαιρετικοί στους ρόλους τους. Χωρίς υπερβολές, χωρίς πολλά πολλά. Ο σκηνοθέτης, μέσα σε ένα τρίωρο, ξετυλίγει βαθμιαία την πλοκή του έργου, δίνοντας μας τονωτικές ενέσεις τρόμου, αλλά και χαλαρώνοντας μας στα κατάλληλα σημεία.
Είχε γίνει πρόταση στον George Romero να σκηνοθετήσει την ταινία όμως μετά από την προβολή των ταινιών του John Badham, Dracula (1979) και του Werner Herzog, Νοσφεράτου, ο δράκουλας της νύχτας (1979), η Warner Bros αποφάσισε να κάνει την ταινία mini ΤV series. Ο Romero παραιτήθηκε, καθώς οι περιορισμοί της τηλεόρασης δεν του επέτρεπαν να σκηνοθετήσει την ταινία με τον τρόπο που ήθελε.
Το μέρος στο οποίο γυρίστηκε το «Salem’s Lot», αποπνέει αποκρυφισμό, τρόμο, απομόνωση, μυστικότητα και όλο αυτό δίνει το κάτι παραπάνω σε όλη την ατμόσφαιρα του έργου. Όπως και σε όλα τα έργα του King, δεν θα μπορούσε να λείπει η αναφορά στην θρησκεία και στην πίστη του ανθρώπου και το κατά πόσο αυτή είναι αληθινή. Έννοιες όπως η αγάπη, η φιλία, η βοήθεια του ανθρώπου προς τον συνάνθρωπό του, η θρησκεία, η εξουσία, η απιστία, όλες καταρρίπτονται μέσα σε τρεις ώρες, κινηματογραφημένα μέσα σε μια μικρή και κλειστή κοινωνία όπου φαινομενικά όλα βαίνουν καλώς.