Το «V/H/S» αποτελεί μια αξιόλογη και πρωτότυπη προσπάθεια στον τομέα των σπονδυλωτών ταινιών τρόμου, υποστηριζόμενη από πληθώρα σκηνοθετών και άσημων ηθοποιών. Η φρέσκια αυτή ιδέα εκμεταλλεύεται την ευρέως χρησιμοποιημένη τεχνική «found footage» προσαρμόζοντάς την στη σπονδυλωτή δομή των ανθολογιών. Το εγχείρημα κρίνεται γενικά πετυχημένο αλλά όχι πλήρες, παρουσιάζοντας αδυναμίες στην καρδιά των επιμέρους ιστοριών κυρίως.
Η κεντρική ιστορία –υπό την ονομασία «Tape 56» – από την οποία προέρχονται οι υπόλοιπες είναι κι αυτή γυρισμένη σε found footage στιλ και επικεντρώνεται σε μια σπείρα μικροεγκληματιών που εισβάλλει σ’ ένα σπίτι για να πάρει μια σπάνια κασέτα και να εισπράξει ένα μεγάλο ποσό ως αμοιβή από κάποιον ανώνυμο «εργοδότη». Το σπίτι είναι σκοτεινό, χαώδες και το πιο μακάβριο…το πτώμα ενός άνδρα είναι καθηλωμένο σε μια καρέκλα μπροστά από μια τηλεόραση και διάσπαρτες βιντεοκασέτες. Οι διαρρήκτες εξερευνούν το σπίτι βιντεοσκοπώντας παράλληλα την αποστολή τους. Κάποιες από τις βιντεοκασέτες τις βάζουν να παίξουν και το σοκαριστικό περιεχόμενό τους αποτελεί την κάθε ξεχωριστή «ταινία» που συνθέτει τον σκελετό του «V/H/S». Ας δούμε τώρα το περιεχόμενο των «βιντεοσκοπήσεων» με τους τίτλους και την περίληψή τους…
Amateur Night: Τρεις φίλοι κινηματογραφούν τη νυχτερινής τους διασκέδαση σε club και στη συνέχεια στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου όπου φέρνουν και τις γυναίκες που γνώρισαν για πρόσθετη διασκέδαση. Αποδεικνύεται όμως ότι μια από τις κοπέλες δεν είναι αυτή που φαίνεται. Σύντομα η διασκέδαση των νεαρών μετατρέπεται σε απρόσμενο εφιάλτη!
Second Honeymoon: Ένα παντρεμένο ζευγάρι ταξιδεύει στις δυτικές ΗΠΑ για δεύτερο μήνα του μέλιτος βιντεοσκοπώντας την περιπέτειά τους. Στο ταξίδι αυτό όμως δεν είναι μόνοι. Μια απειλητική παρουσία τους πλησιάζει με κακόβουλες διαθέσεις…
Tuesday the 17th: Μια παρέα νέων μεταβαίνει σ’ ένα δάσος για camping ή κάτι παρεμφερές. Εκεί γίνονται στόχος ενός αιμοσταγούς παρανοϊκού δολοφόνου που η όψη του στην χειροκίνητη κάμερα των παιδιών φαίνεται περιέργως θολή.
The Sick Thing That Happened to Emily When She Was Younger: Μια άστατη ψυχικά κοπέλα συνομιλεί από τον υπολογιστή της μέσω webcam με τον ερωτικό της σύντροφο και μέλλοντα γιατρό. Η κοπέλα προσπαθεί να τον πείσει για την εμφάνιση ενός κοριτσιού-φαντάσματος στο σπίτι της και η κάμερα είναι η απόδειξη. Όμως τα γεγονότα εξελίσσονται εντελώς αναπάντεχα για την ίδια.
10/31/98: Τρεις φίλοι πηγαίνουν σ’ ένα φιλικό σπίτι για να γιορτάσουν το Halloween. Εκεί όμως αντί για το ξέφρενο πάρτι που περίμεναν να βρουν, βιώνουν εφιαλτικά μεταφυσικά φαινόμενα και η ζωή τους τίθεται σε τρομερό κίνδυνο.
Η ταινία προβλήθηκε σε πολλά φημισμένα κινηματογραφικά φεστιβάλ των ΗΠΑ, της Μεγάλης Βρετανίας και του Καναδά καθώς και στο δικό μας Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας. Στο Φεστιβάλ Sundance των ΗΠΑ δύο άτομα λιποθύμησαν κατά τη διάρκεια της προβολής.
Αν κάτι ξεχωρίζει από το «V/H/S» είναι η πλούσια και αιματοβαμμένη βία μαζί με τα ανατρεπτικά τελειώματα των ιστοριών πλην κάποιων εξαιρέσεων. Μια αίσθηση «ρεαλισμού» -δεδομένου του τρόπου κινηματογράφησης- υπάρχει αλλά όχι και στον πιο πειστικό βαθμό σε σχέση τουλάχιστον με τις πιο σπουδαίες ταινίες τρόμου που αξιοποίησαν τη found footage μέθοδο στο παρελθόν (π.χ. Rec, The Blair Witch Project). Οι ερμηνείες έχουν προσαρμοστεί καλά στο «ερασιτεχνικό» στιλ που σκόπιμα προβάλλει το φιλμ, καλύπτοντας έτσι ενδεχόμενες αδυναμίες που θα διαφαίνονταν με τον παραδοσιακό τρόπο κινηματογράφησης.
Ερχόμενοι τώρα στις ιστορίες καθαυτές, διαπιστώνουμε μια εν γένει ικανοποιητική δουλειά, όχι όμως χωρίς αδυναμίες και ποιοτικά σκαμπανεβάσματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η τρίτη ιστορία της οποίας το αφελές σενάριο με τις τεράστιες ελλείψεις την καθιστά εντελώς περιττή. Γιατί τι να το κάνεις το gore όταν η όλη ιδέα είναι της πλάκας; Οι υπόλοιπες ιστορίες στέκονται στο ύψος των περιστάσεων αλλά δεν εξαλείφουν τα παράπονά μας καθώς αφήνουν αναπάντητα ερωτηματικά γύρω από τις απρόσμενες εξελίξεις τους. Προσωπικά ξεχώρισα την δεύτερη και την τέταρτη ιστορία ως τις πιο καλογυρισμένες και σοκαριστικές. Ειδικά η τέταρτη με τη συνωμοτική φύση της και τις πολλές τρομάρες, αποτελεί την ευχάριστη έκπληξη του όλου εγχειρήματος. Το «V/H/S» υστερεί λίγο και στην τροπή που παίρνει η κεντρική ιστορία με τους διαρρήκτες, η οποία μαρτυρεί κάποιες προχειρότητες στο όλο στήσιμο της καλής εν γένει ιδέας.
Συμπερασματικά, εκτιμώ ότι οι φίλοι του τρόμου πρέπει να επικροτήσουν την πρωτοποριακή αυτή ιδέα που παρά τις αδυναμίες της έχει να δώσει πολλά σε όλους. Gore, τρόμος, σοκ, ανατριχίλες, εκπλήξεις και σασπένς είναι βασικά συστατικά της συνταγής του «V/H/S». Πάρτε μια γεύση και δεν θα το μετανιώσετε.