Ο συνδυασμός τρόμου και πολέμου δεν είναι κορεσμένη συνταγή οπότε οι ταινίες αυτού του είδους θέλω να πιστεύω ότι είναι καλοδεχούμενες στη horror σκηνή. Βέβαια όπως και στις ταινίες τρόμου με ζώα, πιστεύω ότι δύσκολα μπορούν να ξεπεράσουν ένα πλαφόν ποιότητας μιας και η ανάμειξη war και horror στοιχείων δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση.
Από την Βρετανία λοιπόν έχουμε το «The Bunker» του 2001, ένα φιλόδοξο φιλμ που μας μεταφέρει στα τέλη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, κάπου στα γερμανοβελγικά σύνορα. Εκεί μια ομάδα Γερμανών στρατιωτών κυνηγημένη από τους Αμερικανούς καταλήγει σ’ ένα υπόγειο καταφύγιο όπου συναντά άλλους δύο κρυμμένους στρατιώτες. Κι ενώ οι στρατιώτες προσπαθούν να βρουν μια λύση για τον απεγκλωβισμό τους και την αντιμετώπιση των εχθρών, τα μυστηριώδη τούνελ στα βάθη του καταφυγίου και οι μακάβριες ιστορίες για το παρελθόν του χώρου τούς οδηγούν βαθμιαία στην παράνοια.
Το «The Bunker» μοιάζει πολύ με το έτερο πολεμικό θρίλερ «Deathwatch» -από τη Μ. Βρετανία κι αυτό- ως προς το ύφος, τις ερμηνείες και την κινηματογράφηση γενικότερα. Η διατάραξη της νοητικής κατάστασης και της ψυχολογίας των εγκλωβισμένων στρατιωτών αποτελεί τον βασικό άξονα γύρω από τον οποίο κινείται η πλοκή, με αναπόφευκτη κατάληξη τον αλληλοσπαραγμό.
Ο ήχος φυσαρμόνικας που ακούγεται από το δάσος έξω από το bunker είναι από το κομμάτι «Man with a Harmonica» που βρίσκεται στο soundtrack του θρυλικού spaghetti western «Once Upon a Time in the West» (1968).
Ενδιαφέρουσα στο «The Bunker» είναι η εξήγηση των παραισθησιακών εικόνων που βλέπουν μερικοί εκ των πρωταγωνιστών –ήτοι η face to face αναμέτρηση με τους εφιάλτες τους, βγαλμένους από το παρελθόν τους. Απόκοσμοι ήχοι από τα βάθη των τούνελ, δυνατοί ήχοι πυροβόλων και βομβών, συνεχόμενα χτυπήματα κλειδαμπαρωμένων πορτών εντός του καταφυγίου αυξάνουν την ένταση και το σασπένς, διαιωνίζοντας το κλίμα παραφροσύνης εντός του bunker.
Η φαινομενικά νούμερο ένα απειλή –οι Αμερικανοί– είναι παντού και πουθενά, κάτι σαν αόρατος εχθρός. Η κλειστοφοβική ατμόσφαιρα και η σκοτεινή φωτογραφία από το καταφύγιο συντηρούν την εικόνα απόγνωσης και απελπισίας, δημιουργώντας την αίσθηση ότι από το bunker δεν υπάρχει διαφυγή.
Αυτά είναι όλα όσα καταφέρνει να περάσει το «The Bunker». Τρόμος ψυχολογικής φύσεως περισσότερο, αλλά με βραδυκίνητη αφήγηση που κουράζει τον θεατή. Προσωπικά θα ανέμενα περισσότερη βία, αφού μιλάμε για οπλισμένους στρατιώτες σε κατάσταση παροξυσμού και όχι τίποτα άοπλους πένητες σε νηφαλιότητα. Η διατήρηση αυτού του χαμηλού προφίλ στο θέμα της απεικόνισης βίας ξενερώνει κάπως. Στο τέλος παρακολουθούμε μια εξαιρετικής σύλληψης σκηνή όπου ένας εκ των πρωταγωνιστών προσπαθεί να διαφύγει από το bunker μέσα από σκελετούς – μια από τις ελάχιστες στιγμές που η ταινία σοκάρει. All in all, ήταν μια συμπαθητική προσπάθεια που θα μπορούσε να είναι ακόμα καλύτερη.