Το «The Dark Song» είναι μια ταινία που πέρασε κάπως απαρατήρητη το περασμένο έτος έχοντας επισκιαστεί από πετυχημένες, υψηλού προφίλ ταινίες τρόμου όπως το remake του «It», το «Happy Death Day», το «Get Out» και πολλά άλλα εμπορικότερα φιλμ τρόμου που προσέλκυσαν ευρύτερο κοινό.
Και είναι λιγάκι κρίμα καθώς πρόκειται για μια ταινία τρόμου με ιδιαίτερη ταυτότητα. Ναι μεν ακολουθεί τα μονοπάτια του μεταφυσικού και των τελετουργιών αλλά το προσεγμένο και ξεχωριστό περιεχόμενό του το καθιστά αξιομνημόνευτο και το διαφοροποιεί αισθητά από το σωρό των επαναλήψεων.
Με άλλα λόγια όσοι νομίζετε ότι το «The Dark Song» είναι ένα μεταφυσικό φιλμ τρόμου με τις παραδοσιακές jump scares και τις cheesy επικλήσεις πνευμάτων απλά θα διαψευστείτε. Όχι ότι δεν ασχολείται με τέτοια θέματα αφού αυτό ακριβώς είναι το βασικό του θέμα. Το κάνει όμως με τρόπο πρωτότυπο, προσωπικό και ενίοτε βαθιά συναισθηματικό.
Άλλη ασυνήθιστη επιλογή της ταινίας είναι η παρουσία δύο μόνο κύριων χαρακτήρων. Για πολύ λίγο εμφανίζεται και η αδερφή της πρωταγωνίστριας προσπαθώντας να την μεταπείσει να παραιτηθεί από τις επικλήσεις των νεκρών αλλά σύντομα εξαφανίζεται από τη ροή των γεγονότων. Προσωπικά πιστεύω ότι η αδερφή της ηρωίδας θα μπορούσε να συμμετάσχει περισσότερο και ουσιαστικότερα στα δρώμενα αλλά για κάποιο λόγο ο σεναριογράφος δεν το ήθελε και αυτό χτυπάει κάπως άσχημα.
Ο πρωτάρης σκηνοθέτης Liam Gavin είχε στη διάθεσή του μόλις 20 μέρες για να ολοκληρώσει τα γυρίσματα του φιλμ.
Το «The Dark Song» είναι ατμοσφαιρικό σαν φιλμ και το περιορισμένο πεδίο δράσης εντός της έπαυλης το κάνει αισθητά κλειστοφοβικό. Οι ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών είναι από τα δυνατότερα σημεία του. Άψογος επαγγελματισμός και αυθεντική διείσδυση στις απαιτήσεις του ρόλου τους, οι δύο ηθοποιοί δίνουν ρέστα, έτσι απλά!
Οι τελικές σεκάνς εισάγουν εκτός από δυναμικές στιγμές τρόμου και κάποια fantasy στοιχεία που δένουν με την αφήγηση και τους προηγούμενους διαλόγους. Βέβαια δεν είναι όλα τόσο ρόδινα. Για παράδειγμα είναι κάτι παραπάνω από αισθητή η έλλειψη κλιμακώσεων και ανατριχιαστικών σκηνών πριν από τις τελικές σεκάνς.
Εκεί που νομίζεις ότι το φιλμ θα εκραγεί και θα γκαζώσει, παραμένει αργοκίνητο και σε ήπια standards, βγάζοντας υπερβολικό συναισθηματισμό και δράμα εις βάρος του αισθήματος ανατριχίλας που όλοι επιζητούσαμε κάποια στιγμή. Κάποια ερωτήματα μένουν αναπάντητα (π.χ. η γυναίκα που βλέπει η πρωταγωνίστρια να πιάνει το παιδί της) ενώ ορισμένες ιδέες είναι μάλλον ατυχείς όπως η βρώση αηδιαστικών ουσιών (π.χ. αίμα) από την ηρωίδα.
Γενικά, και παρά τις ελλείψεις και αδυναμίες, το «The Dark Song» καταφέρνει να σου κρατήσει το ενδιαφέρον μέχρι το δραματικό φινάλε. Συστήνεται ιδιαίτερα στους φίλους του πιο εναλλακτικού cinema τρόμου και δεν είναι τυχαία η προβολή του σε πολυάριθμα φεστιβάλ κινηματογράφου πριν την κυκλοφορία του.