Το συγκεκριμένο giallo με τον φινετσάτο και εκκεντρικό τίτλο παραδίδεται από έναν λιγότερο γνωστό «παίκτη» της ιταλικής ομάδας σκηνοθετών, τον Luciano Ercoli. Στο «Death Walks On High Heels» (ιταλικός τίτλος: La morte cammina con I tacchi alti) βλέπουμε έναν από τους πιο γρήγορους φόνους σε ταινία αφού πριν καλά καλά συμπληρωθεί ένα λεπτό, ένας άντρας δολοφονείται μέσα σ’ ένα τρένο από έναν κουκουλοφόρο γαλανομάτη φονιά. Ο εκλιπών ήταν διάσημος κλέφτης κοσμημάτων και τώρα η κόρη του που εργάζεται ως στριπτιζέζ-χορεύτρια σε παριζιάνικο club δέχεται απειλές από τον φονιά ο οποίος της ζητά να του αποκαλύψει πού είναι κρυμμένα κάποια διαμάντια. Η χορεύτρια ονόματι Nicole (Nieves Navarro) υποψιάζεται έντονα τον φίλο της και το σκάσει για την Αγγλία μ’ έναν νέο σύντροφο- θαυμαστή της. Όμως ο δολοφόνος δεν λέει να την αφήσει ήσυχη ούτε στο νέο της προορισμό. Την ίδια στιγμή δύο ιδιόρρυθμοι επιθεωρητές της Scotland Yard προσπαθούν να εξιχνιάσουν την υπόθεση και να εντοπίσουν τον δράστη.
Η όμορφη Ισπανίδα Nieves Navarro που υποδύεται τη Nicole είναι παντρεμένη με τον σκηνοθέτη και έχει εμφανιστεί και σ’ άλλες ταινίες του.
Αρκετά διαφορετικό giallo απ’ ό,τι έχουμε συνηθίσει. Στο φιλμ «Death Walks On High Heels» υπάρχει μια ελαφρώς κωμική διάθεση που συντηρείται κυρίως λόγω των αστυνομικών της Scotland Yard οι οποίοι φαίνονται λιγάκι τσαπατσούληδες στη συμπεριφορά. Το κωμικό κλίμα συμπληρώνεται από μερικές εντελώς ψεύτικες και αστείες σκηνές ξύλου, πιθανώς σκοπίμως εισηγμένες, με τα γνωστά αποτυχημένα ηχητικά εφέ σε κάθε φάπα. Τα συναντάμε και σ’ άλλες παλιές ταινίες θα μου πείτε, όμως εδώ εμφανίζονται υπερβολικά συχνά και ξενερώνουν. Παράλληλα βλέπουμε ορισμένες εξαιρετικά καυτές σκηνές μέσω των αισθησιακών χορών της Nicole που θα ικανοποιήσουν τους άρρενες θεατές. Φυσικά το μυστήριο είναι πάντα παρόν με κεντρικό ερώτημα την ταυτότητα του γαλανομάτη φονιά. Δεν μπορούμε να πούμε πάντως ότι οι ανατροπές της πλοκής είναι ικανοποιητικές αφού συχνά μοιάζουν υπερβολικά αφελείς και εύκολες ενώ εισάγονται και εντελώς παράταιροι χαρακτήρες βγαλμένοι από το πουθενά, προφανώς για να γεμίσει η ιστορία με υπόπτους. Το αποτέλεσμα είναι μια μέτρια ταινία για το είδος, φανερά παραφουσκωμένη και με παράλογα μεγάλη διάρκεια που κουράζει. Η βία είναι περιορισμένη με λίγους φόνους στο κοντέρ.