Τέσσερις άνθρωποι δέχονται να συμμετάσχουν σε μια φαινομενικά ανώδυνη επιστημονική έρευνα με αντάλλαγμα χρηματική αμοιβή. Σύντομα όμως ανακαλύπτουν ότι έχουν πέσει θύματα ενός μυστικού κυβερνητικού πειράματος και η ζωή τους κρέμεται από μια κλωστή. Διάφορες δοκιμασίες με μορφή ερωτήσεων καθορίζουν ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει σ’ αυτό το μικρό, λευκό δωμάτιο όπου δεν φαίνεται να υπάρχει διαφυγή…
Αυτή είναι εν ολίγοις η υπόθεση της ταινίας του Jonathan Liebesman (Battle Los Angeles, Wrath of the Titans), ένα ψυχολογικό θρίλερ με θεματολογία τα απόρρητα κυβερνητικά προγράμματα που λαμβάνουν χώρα κάτω από το αδιάκριτο βλέμμα της μάζας, πίσω από τους αδιαπέραστους τοίχους των παγωμένων κτιρίων ασφαλείας. Το «The Killing Room» κινείται στα χνάρια του κλασικού «Cube» (1997) με αρκετά στοιχεία από το «House of 9» (2005). Έχουμε δηλαδή την τυπική ομάδα ανθρώπων περιορισμένη για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο σ’ έναν παράξενο χώρο από τον οποίο προσπαθούν να αποδράσουν χωρίς ευδιάκριτο στον ορίζοντα αποτέλεσμα.
Εδώ βέβαια τα πράγματα είναι πιο σαφή σε σχέση με τις προαναφερθείσες ταινίες αφού το φιλμ παίζεται σε δύο επίπεδα: σ’ αυτό των έγκλειστων στο λευκό δωμάτιο και σ’ αυτό του σκοτεινού ερευνητή που συντονίζει το πείραμα έχοντας καλεσμένη μια ψυχολόγο στην οποία παρουσιάζει την προσπάθειά του. Οι δύο χώροι βρίσκονται δίπλα δίπλα, χωρισμένοι όμως από ένα τζάμι ασφαλείας. Γενικά επικρατεί μια ατμόσφαιρα απόγνωσης και έντονης κλειστοφοβίας όχι όμως στον εκπληκτικά διογκωμένο βαθμό του «Cube».
Ανά διαστήματα οι εγκλωβισμένοι ακούν περίεργους ήχους σαν θρησκευτικούς ψαλμούς μουσουλμανικής χροιάς και ευθύς αμέσως τα φαντάσματα της al-Qaeda εμφανίζονται στα τρομαγμένα πρόσωπά τους. Η αγωνία εντείνεται όταν μικρά πορτάκια ανοίγουν εισάγοντας σημειώματα με ερωτήσεις για τα υποκείμενα που καλούνται να απαντήσουν σωστά αλλιώς πρέπει να αποχαιρετήσουν αυτό τον κόσμο.
Η ταινία εμπνέεται εν μέρει από αληθινά περιστατικά που σχετίζονται με ένα παράνομο πρόγραμμα της CIA τις δεκαετίες του ’50 και του ‘60 με την κωδική ονομασία MK-ULTRA. Στο πρόγραμμα αυτό τα υποκείμενα λάμβαναν διάφορες ναρκωτικές ουσίες όπως LSD, ηρωίνη, μορφίνη κ.α. για να μελετηθούν οι αντιδράσεις τους ενώ γενικότερος στόχος του προγράμματος ήταν ο έλεγχος του νου (mind control) και η άσκηση επιρροής στις νοητικές διεργασίες των υποκειμένων.
Ακόμα περισσότερο αγωνιώδες γίνεται το φιλμ όταν πρόκειται να πεθάνει κάποιος ενώ παράλληλα παρακολουθούμε την συμπαθητική ξανθομάλλα ψυχολόγο (Chloe Sevigny) να μην αντέχει το τεράστιο ψυχολογικό βάρος από το μακάβριο και ψυχοφθόρο θέαμα λυγίζοντας συχνά, όχι όμως μπρος στα μάτια των άκαρδων οργανωτών του προγράμματος. Η ταινία είναι σίγουρα «βαριά» από ψυχολογική άποψη αλλά έχει το μειονέκτημα να μην μπορεί δημιουργήσει τις μεγάλες συγκινήσεις που θα μας άφηναν με το στόμα ανοιχτό.
Οι διάσπαρτες πινελιές αγωνίας και οι ρεαλιστικές ερμηνείες των ηθοποιών δεν αρκούν για να κρατήσουν έντονο το ενδιαφέρον και μην σας φανεί παράξενο αν νιώσετε ενίοτε να κουράζεστε ή να βαριέστε από το θέαμα. Το τέλος είναι επίσης απογοητευτικό με μια εξήγηση που πρέπει να γράφτηκε στο πόδι.
Από το cast πέρα από την Chloe Sevigny που υποδύεται την ψυχολόγο, ξεχωρίζει ο Timothy Hutton (The Dark Half) με μια σπουδαία και δυναμική παρουσία. Σίγουρα το «The Killing Room» δεν είναι κακή ταινία απλά δεν είναι αυτή που θα μας ενθουσιάσει ή που θα την θυμόμαστε για καιρό. Αν ο ρυθμός ήταν πιο γρήγορος και αν οι δημιουργοί κατόρθωναν να εμπλουτίσουν τα δρώμενα με περισσότερο εμπνευσμένες ιδέες θα είχαμε σαφώς καλύτερο αποτέλεσμα.