Για τη συγκεκριμένη ταινία τρόμου από τη Μεγάλη Βρετανία είχα και επιφυλάξεις αλλά και κάποιες προσδοκίες. Η υπόθεση ήταν ελκυστική βλέπετε…Λυκάνθρωποι πολιορκούν τους επιβάτες ενός νυχτερινού τρένου στο δάσος. Θύμιζε λίγο το «Dog Soldiers» (2002) με αντικατάσταση του σπιτιού από τρένο κι από εκεί και πέρα λίγο η νύχτα με την πάντα γοητευτική αλλά και τρομακτική πανσέληνο, λίγο το κλασικό τέρας του λυκάνθρωπου που πάντοτε θεωρούσα ιδιαίτερα επιβλητικό, ασκούσαν μια μυστηριώδη έλξη πάνω μου.
Βέβαια οι όποιες προσδοκίες θρυμματίστηκαν γρήγορα βλέποντας τα πρώτα 30 λεπτά του «Howl». Τα προβλήματα με τις ερμηνείες, το χτίσιμο των χαρακτήρων και το σενάριο έκαναν την εμφάνισή τους από νωρίς. Στη συνέχεια ήρθαν και οι προχειροφτιαγμένοι λυκάνθρωποι (με λίγες εξαιρέσεις) επισφραγίζοντας την ελαττωματική εικόνα του φιλμ.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η παρακολούθηση του «Howl» είναι αδύνατη. Απλά δεν μπορεί να κάνει κάτι παραπάνω από το να σε ταρακουνήσει σποραδικά με τις ουκ ολίγες σκηνές δράσης και αγωνίας που περιέχει, συνοδεία πολλών λίτρων αίματος. Με άλλα λόγια το έργο συστήνεται αυστηρά στους πιστούς οπαδούς των λυκάνθρωπων παρότι είμαι σίγουρος πως κανένας απ’ αυτούς δεν θα το τοποθετήσει στις αξιόλογες ταινίες λυκανθρωπίας.
Ο Sean Pertwee που εδώ υποδύεται τον οδηγό τρένου, είχε πρωταγωνιστήσει σε ένα ακόμα βρετανικό φιλμ τρόμου με λυκάνθρωπους. Φυσικά αναφερόμαστε στο φοβερό «Dog Soldiers» του 2002.
Το «Howl» είναι ανώτερο από πολλές ταινίες-απογοητεύσεις του σύγχρονου horror κινηματογράφου. Και είναι οπωσδήποτε θετικό να βγαίνουν ταινίες τρόμου με λυκάνθρωπους καθώς η συγκεκριμένη κατηγορία δεν εκπροσωπείται από αφθονία τίτλων. Χρειάζεται όμως περισσότερη προσπάθεια από τους κινηματογραφιστές που καταπιάνονται με το εν λόγω θέμα αν δεν επιθυμούν οι δουλειές τους να ξεχνιούνται γρήγορα αφήνοντας αδιάφορο το διψασμένο για ποιοτικές ταινίες τρόμου κοινό.