Ο Guillermo del Toro ποτέ δεν έκρυψε την συμπάθειά του για τα τέρατα. Το «Mimic» αποτελεί την δεύτερη full length ταινία τρόμου του Μεξικάνου σκηνοθέτη στην οποία εκδηλώνει άλλο ένα φετίχ του, αυτό για τα έντομα. Και όπως καταλαβαίνετε ο συνδυασμός εντόμων και τεράτων δημιουργεί ένα φρικιαστικό πλάσμα ή ορθότερα πλάσματα που αποτελούν και το τρομακτικό ντεκόρ του φιλμ.
Στην αρχή δίνεται η εξήγηση της ύπαρξης αυτών των εντόμων. Φτιάχτηκαν μέσω γενετικής μηχανικής από μια φιλόδοξη επιστήμονα στο πλαίσιο αντιμετώπισης μιας θανατηφόρου επιδημίας μεταφερόμενης από τις κατσαρίδες, που έπληττε κυρίως τα παιδιά. Η εν λόγω επιστήμονας δημιούργησε ένα νέο είδος εντόμου το οποίο σκότωνε τις κατσαρίδες και ήταν προορισμένο να εξαφανιστεί σύντομα. Έλα όμως που αυτό δεν έγινε και τα μεταλλαγμένα έντομα εξελίχτηκαν στους υπονόμους της πόλης χωρίς να τα αντιληφθεί κανείς. Μετά από λίγους μήνες λοιπόν, μυστηριώδεις θάνατοι και κάποια εντομολογικού τύπου στοιχεία παρακινούν την επιστήμονα να αναζητήσει απαντήσεις στους υπονόμους. Μαζί με τον επίσης επιστήμονα σύζυγό της, έναν συνάδελφό τους και έναν αστυνομικό του μετρό, θα βρεθούν αντιμέτωποι με έναν ανείπωτο εφιάλτη και αν δεν του δώσουν τέλος, ο κίνδυνος για τον ανθρώπινο πληθυσμό θα είναι κάτι παραπάνω από σοβαρός.
Το θέμα του «Mimic» φέρνει στο νου τις γραφικές συμβουλές των απανταχού σοφών ηθικολόγων του τύπου να μην τα βάζουμε με τη φύση και άλλα παρόμοια. Οι έννοιες της μετάλλαξης και της μίμησης, πολύ συχνά εντοπισμένες στα εγχειρίδια περί της εξέλιξης των ειδών (ειδικά η πρώτη) αποτελούν τους πυλώνες στήριξης του σεναρίου. Υποβοηθούμενο από καλά για την εποχή εφέ και το σκοτεινό χώρο των υπονόμων δημιουργεί ιδανικό περιβάλλον για παραγωγή τρομακτικών σκηνών και αιματοβαμμένων συναντήσεων μεταξύ ηρώων και τεράτων.
To «Mimic» δεν κατάφερε για λίγο να ξεπεράσει τον προϋπολογισμό του αφότου κυκλοφόρησε στις αίθουσες. Πάντως δύο ανούσια sequels βρήκαν το δρόμο προς την κυκλοφορία…
Εκτελεστικά όμως χωλαίνει, μη εκμεταλλευόμενο επαρκώς τους προαναφερθέντες ευνοϊκούς παράγοντες. Δηλαδή ούτε πολύ gore υπάρχει, ούτε αληθοφάνεια στις ενέργειες των πρωταγωνιστών και στο σενάριο. Διακρίνουμε επίσης φτωχή ανάπτυξη χαρακτήρων και έλλειψη φρέσκων ιδεών. Γενικά ο Guillermo del Toro δεν βρίσκεται στην top φόρμα που θα τον συναντήσουμε σε επόμενες δουλειές του –όχι μόνο από τον χώρο του τρόμου. Όσον αφορά τους ηθοποιούς κάνουν απλώς καλά την δουλειά τους χωρίς να δίνουν το κάτι παραπάνω.